Όνειρο
1ης Φεβρουαρίου
Θα
φύγεις και συ; ρώτησα μ’ αγωνία την άγνωστη αγκαλιά και κείνη αποκρίθηκε, θα
δεις! με μια χροιά υπόσχεσης μα και σιγουριάς.
Ξύπνησα
μπερδεμένη, με την ανδρική φωνή έντονη μέσα στο κεφάλι μου.
Μοναξιά
και εγκατάλειψη φώλιασε στα ζεστά σκεπάσματά μου.
Συνομωσίες,
αποκαλύψεις και ψευτιές αναδύθηκαν αυτόματα απ’ τη μνήμη. Γαντζωμένες ζούσαν
βαθιά στο κορμί μου.
Κι
όμως, με γυμνά χέρια τις στραγγάλισα κάποτε, τις έθαψα και τις τίμησα όπως τους
άξιζε. Για μνημόσυνο επέλεξα ένα δρόμο ταιριαστό στην ψυχή μου για να τον περπατήσω,
ολομόναχη μα λεύτερη.
Φόρεσα
κατάστηθα ένα χαμόγελο αληθινό και προχώρησα.
Ντράπηκα. Προσπάθησα να καλύψω πρόχειρα τη γυμνή σάρκα μου, μα έπειτα θυμήθηκα πως τ’
ολόγυμνο προκαλεί λιγότερο και αναθεώρησα.
Δύσκολα
συνηθίζεις την ερημιά της εγκατάλειψης αν και θα’ πρεπε, του’ λεγα στον ύπνο
μου.
Η
δική μου ξεκίνησε όταν μια φιλόξενη μήτρα μ’ έφτυσε βίαια σ’ ένα κόσμο κρύο και
σκοτεινό.
Ο
φαλλός του πατέρα αφού επετέλεσε το θεάρεστο δημιούργημα, απόκαμε κουρασμένος σε
μια γωνιά και ξεκουραζόταν για χρόνια.
Αρνήθηκα
και γω να τους κάνω το χατήρι να περπατήσω όταν έπρεπε, φόρτωμα ήθελα να γίνω
σε παραπανίσιες αγκαλιές και χάδια.
Μια
ολόκληρη ζωή τιμωρούσα χωρίς ν’ αντιλαμβάνομαι καν τον πραγματικό λόγο.
Δεύτερη
φύση μου’ γινε να εγκαταλείπω πριν προλάβουν να μ’ εγκαταλείψουν. Ο
προκαταβολικός πόνος σε μικρές δόσεις είναι ηπιότερος.
Η
προγραμματισμένη φυγή προλαβαίνει να καλύπτει αναίμακτα τα νώτα της και να προετοιμάζει
τα επόμενα βήματά της.
Ένα
βήμα πιο κοντά στο θάνατο. Αυτό είναι ουσιαστικά η εγκατάλειψη. Απ’ την ώρα της
γέννησης προπονούμαστε σκληρά απλά για να το συνηθίσουμε.
Όνειρο
ήταν, ησύχασε, παροτρύνω μητρικά τον εαυτό μου, πιάσε καλύτερα την πένα.
Ο
γάτος νιαουρίζει νυσταγμένα, μπερδεύτηκε, ξύπνησε μαζί με μένα και ζητάει πρωινές
αγκαλιές και χάδια. Μηχανικά του έδωσα μόνο να φάει. Πού να του εξηγώ οτι είναι
μόλις 5 το πρωί….
Κάνε
εικόνες τον εφιάλτη για να τον ξορκίσεις, αποφασίζω. Με κοφτερές λάμες ξέσκισε
το κορμί που τον θυμάται.
Κέντησε
ψεύτικους ήλιους γύρω απ’ το κεφάλι σου και στάσου ευθυτενής μπροστά στον
καθρέφτη με τα μάτια ορθάνοιχτα.
Ένα
ψέμα άμα το αντικρίζεις καθημερινά, στο τέλος το περνάς γι’ αληθινό.
Όμως
κουράστηκα να θυμάμαι και να γράφω, καλύτερα να ξανακοιμηθώ. Εύχομαι όμορφα να
ονειρευτώ αυτή τη φορά. Ανέμελα και ρομαντικά. Όταν θα ξυπνήσω, θα’ χει
ξυπνήσει κι ο ήλιος. Θα με κάνει να τα ξεχάσω όλα. Μου το’ χει υποσχεθεί
άλλωστε.
Όσο
για την εγκατάλειψη, θα την κολλήσω τσιρότο στους ανάξιους. Απ’ την ξένη σάρκα
βγαίνει εύκολα και δεν μας πονάει. Στη δική μας πονάει πάντα λίγο περισσότερο
Μαρία Φουσταλιεράκη 10-2-2016