Σάββατο 30 Ιουλίου 2016

ΟΠΩΣ Μ’ ΑΚΟΥΜΠΗΣΕΣ ΧΘΕΣ ΚΑΤΙ ΜΟΥ ΘΥΜΙΣΕΣ



Ένα στιγμιαίο, γνώριμο και μάλλον αναγνωρίσιμο άγγιγμα μου ξύπνησε ερωτηματικά και μνήμες.
Μια αναλαμπή ήταν μονάχα. Μετά, καθώς είχαμε απορροφηθεί στις σοβαρές κουβέντες που κάνουν οι σοβαροί μεγάλοι άνθρωποι, το ξέχασα.
Το ξαναθυμήθηκα σήμερα το πρωί.
Την ώρα που βούρτσιζα τα δόντια μου και είχα βγάλει τη γλώσσα μου κοροϊδευτικά στον καθρέφτη.
Κόντεψα να πνιγώ από τα γέλια όταν είδα τη γλώσσα μου μπλε.
Μου φάνηκε αναίτια αστεία. Δεν είχα αλλάξει μάρκα οδοντόκρεμας εδώ και καιρό.

Μετά τα ξαφνικά γέλια σοβάρεψα. Σκέφτηκα τη χθεσινή μας συνάντηση. Επαγγελματική. Τυπική. Καθωσπρέπει.
Η μοναδική στιγμή οικειότητας, αν μπορεί να χαρακτηριστεί τέτοια, ήταν όταν τυχαία ακούμπησαν τα δάχτυλά μας πάνω στο χοντρό ντοσιέ με τα διαγράμματα που έπρεπε να μελετήσουμε.
Εσύ, φάνηκε να μην το αντιλήφθηκες καν.

Πήρες το ντοσιέ και άρχισες ν’ αναλύεις τα ποσοστά κέρδους του τελευταίου τριμήνου που είχαν ραγδαία αύξηση χάρη στις προτάσεις μου όπως έλεγες ξανά και ξανά.
Μερικά δευτερόλεπτα αμηχανίας που υπήρξαν από τη δική μου πλευρά μόνο απ’ όσο κατάλαβα, τα κάλυψα, ζητώντας δεκαπεντάλεπτη διακοπή της συνάντησης τάχα πως έπρεπε να κάνω ένα επαγγελματικό τηλεφώνημα που δε γινόταν ν’ αναβληθεί.

Με τους καλούς τρόπους που χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά σου, είπες παρακαλώ και σηκώθηκες πρώτος απ’ την καρέκλα, τραβώντας ευγενικά τη δική μου προς τα πίσω.

Τρίτη 26 Ιουλίου 2016

ΑΔΕΣΠΟΤΕΣ ΕΠΙΘΥΜΙΕΣ


Αδέσποτες οι επιθυμίες μου λύνονται τα βράδια
σε σταθμούς τρένων άσκοπα περιφέρονται
με βρώμικα χνώτα από άδεια μπουκάλια βότκας
τρεκλίζοντας πλησιάζουν τους καθωσπρέπει επιβάτες
Ικετεύουν στις αποσκευές τους λαθραία να κρυφτούν
ποτέ πέρα από βρώμικα δωμάτια δεν έχουν ταξιδέψει
Ύστερα από πολλαπλές αρνήσεις και βρισιές
καταδικασμένες ξεντύνονται σαν επιστρέφουν
και τις ζωώδεις ανάγκες ξορκίζουν γονυπετείς


Μαρία Φουσταλιεράκη 26-7-2016

ΔΕΝ ΠΕΙΡΑΖΕΙ


Ατάραχος υπόσχεσαι στον εαυτό σου πως θα μείνεις ότι και να σου ξημερώσει η αυγή της Ζωής.
Από τότε που θυμάμαι τον κόσμο ατάραχη εκπαιδευόμουν να λύνω ξένα κουβάρια.
Στην αρχή, τα κουβάρια που έπλεκαν όμορφα τερλικάκια, απαλά και χρωματιστά. Για άλλα μωρά, ροδαλά. Επιθυμητά και στρουμπουλά. Καμάρια των γονιών.

Δεν πειράζει έλεγα από μέσα μου

Δε ζηλεύω ξένες ευτυχίες.
Μπορώ και χαίρομαι με δανεικά χαμόγελα και είμαι και ευγνώμων από πάνω.
Αργότερα ήρθα αντιμέτωπη με το κουβάρι που έπλεκε το δρόμο για να περπατήσουν τα έφηβα, ξυπόλυτα πόδια μου.
Όσο κι να έψαξα στο κουτί με τα ραφτικά που είχαμε στο σπίτι, δίπλα στη μηχανή ραψίματος, δε βρήκα τίποτα.
Μάταια παρακαλούσα τη μάνα να πάει ν’ αγοράσει ανθεκτικές και ελαστικές κλωστές, απ’ αυτές που χρειάζονται τα παιδιά όταν μεγαλώνουν για να νιώθουν την ασφάλεια του σπιτιού ν’ ακολουθεί τα βήματα που ξεμακραίνουν απ’ το σπίτι.
Δεν έχουμε λεφτά για περιττά έξοδα, απαντούσε ψυχρά στα παρακάλια μου.

Δεν πειράζει έλεγα στωικά

Έχουμε ανάγκες που είναι πιο σημαντικές στην οικογένεια. Οι αδερφές μου χρειάζονται καινούρια παπούτσια. Εγώ περνάω ακόμα με τα μπαλωμένα.
Την εφηβεία την πέρασα με το μπαλωμένο ζευγάρι παρέα. Έμαθα να προσέχω όταν έβρεχε. Γέμιζε λακκούβες ο δρόμος και τα πάνινά μου δεν έπρεπε με τίποτα να βραχούν. Μου έπαιρνε μέρες ολόκληρες να τα στεγνώσω όταν τύχαινε, σπάνια, να γεμίσουν λασπόνερα.

Μετά την εφηβεία χρειαζόμουν σπουδές και άλλες κατάλληλες δεξιότητες. Εφόδια για να βγω να πολεμήσω κι εγώ όπως όλος ο κόσμος. Μεγάλωσες τώρα, κάνε εσύ τα κουμάντα σου, άκουγα.

Δεν πειράζει απαντούσα με αγωνία

Βρήκα ανέξοδο τρόπο να μορφωθώ. Δεν περίσσευαν χρήματα στην οικογένεια. Τα φροντιστήρια των αδερφών ήταν ακριβά, δεν τα ‘παιρναν εύκολα τα γράμματα.
Καταλάβαινα, συμπονούσα και έθαβα την πίκρα κάτω από στοίβες βιβλία, τους μοναδικούς φίλους και μέντορες που είχα τότε. Δεν προλάβαινα να το αναλύσω και πολύ.
Η ατελής ανθρώπινη πλευρά και οι μηχανισμοί λειτουργίας της με είχαν συνεπάρει και το αναγνωστήριο του πνευματικού κέντρου της περιοχής μου, που με βόλεψε σαν δεύτερο σπίτι μου, δεν ήταν χώρος που σήκωνε κλάψες και μιζέριες. Μόνο έρευνα και εσωτερική αναζήτηση.
Την εποχή εκείνη υιοθέτησα τη φράση, η γνώση είναι δύναμη, και μέχρι σήμερα έχει κολλήσει πάνω στη σάρκα μου, σάρκα με ανεξίτηλο καλλιγραφικό.

Η επόμενη εικοσαετία της πλήρης ωριμότητας ήταν ένα μονοπάτι στενό, σκοτεινό πολλές φορές και ατομικό, που όμως χώρεσε τρεις ακόμα ψυχές. Έπρεπε να περπατούν κολλημένες πάνω μου για να μην ξεστρατίσουμε όλοι μαζί και χαθούμε.

Το πόσα δεν πειράζει είπα σ’ αυτά τα χρόνια δεν τα μέτρησα.

Πάρα πολλά. Το πόσα ξένα κουβάρια έλυσα, μπέρδεψα χειρότερα, έκαψα, παράτησα, και μόνο που τα θυμάμαι με τρομάζουν. Πόσες διαφορετικές ζωές χωρέσανε σε μόλις είκοσι χρόνια είναι αξιοθαύμαστο.

Σήμερα τα δεν πειράζει που έχουν απομείνει στο συρτάρι είναι ελάχιστα

Είναι πολύτιμα κειμήλια και δεν τα σκορπάω γενναιόδωρα όπως παλιά.

Δεν πειράζει είπα ξανά σήμερα το πρωί σε μένα αυτή τη φορά.

Μάλλον είναι η πρώτη φορά που το λέω σε μένα. Δεν ξέρω αν θα είναι και η τελευταία, αλλά ξέρω σίγουρα πως είναι η πρώτη που πραγματικά ταιριάζει στην περίσταση.

Δεν πειράζει αν δεν έρχονται έτσι όπως τα έχουμε φανταστεί.
Δεν πειράζει αν καινούριες δοκιμασίες μας χτυπούν την πόρτα.
Δεν πειράζει αν δε μπορούμε να νιώσουμε πανικό γι’ αυτά που δε μπορούμε να ελέγξουμε.

Ο πανικός το έχει σκάσει προ πολλού απ’ τη ζωή μου. Πάλεψε μαζί μου και ευτυχώς τον νίκησα στα σημεία.


Μαρία Φουσταλιεράκη 26-7-2016

Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

ΑΓΟΥΡΗ ΕΛΙΑ ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΟΥ ΑΠΟΨΕ

                                                       Φωτογραφία: Dariusz Klimczak



Οι σκέψεις μου απόψε έχουν τη γεύση της άγουρης ελιάς.
Πικρή και ξινή μαζί.
Έρχεται μια στιγμή που αντιλαμβάνεσαι πως δυστυχώς ή εσύ ή οι γύρω σου μπορούν να είναι ευτυχισμένοι.
Πολλές φορές είναι δύσκολο να πετύχεις ταυτόχρονο συνδυασμό.

Αν αποφασίσεις να συμβάλλεις στην ευτυχία των άλλων πρέπει πολλές φορές να παρακάμψεις τις ανάγκες, τα όνειρα, αυτά που λαχταρά η δική σου ψυχή.

Οι ρόλοι που επέλεξες ή που κλήθηκες να παίξεις, είναι συχνά τόσο αντικρουόμενοι μεταξύ τους, που καταφέρουν να κάνουν κουβάρι όλα τα καλοτακτοποιημένα και διπλωμένα σε τάξη συναισθήματα.

Το ηφαίστειο που ζει μέσα σου και στο οποίο πετάς ότι μπαίνει εμπόδιο σε σένα και στους ανθρώπους που αγαπάς και οφείλεις να φροντίζεις, με δυσκολία το κρατάς ανενεργό.

Τα απόβλητα των επιθυμιών συσσωρεύονται με τα χρόνια κι έρχεται μια ώρα που δεν έχει γεμίσει απλώς, αλλά έχει ξεχειλίσει κι όλας.

Είναι εκείνη η ώρα που πρέπει να αποφασίσεις αν θα τα κάνεις όλα πουτάνα και θα διεκδικήσεις από τη Ζωή το μερίδιο ευτυχίας που σου αναλογεί, δυσαρεστώντας όμως ανθρώπους που φρόντισες να γίνεις δεδομένη και ταγμένη γι' αυτούς, ή αν θα συνεχίσεις να καραδοκείς με τον πυροσβεστήρα ανά χείρας, μη γίνει ξαφνικό ολοκαύτωμα.

Πόσο δίκαιο είναι να συμβεί το ένα ή το άλλο, είναι ένα ερώτημα τραγικό.
Εύκολη απάντηση δεν υπάρχει.
Ούτε λογική.
Ούτε δίκαιη.
Και συνεχίζεις ν' αναβάλλεις την απόφαση.
Και περνάει ο καιρός.
Και χάνεται ο χρόνος.
Μια στιγμή.
Μια στιγμή χρειάζεται για να παρθεί η απόφαση.

Αλλά και μια ολόκληρη ζωή δε φτάνει για ν’ απολαύσεις την απόφασή σου ή να τη μετανιώνεις.

Το μόνο που μπορείς να κάνεις σε τέτοιες δύσκολες περιπτώσεις είναι να έχεις πίστη στον εαυτό σου και ν’ ακούσεις το ένστικτό σου. Αυτό ξέρει πάντα το καλό μας.


Μαρία Φουσταλιεράκη 25-7-2016

ΣΤΙΧΟΙ ΑΝΑΡΧΙΚΟΙ

                                                       Φωτογραφία: Gerd Hannemann



Κάποτε άκουσα να μιλούν για στίχους
που έγιναν ποιήματα αναρχικά
Όταν απαλλάχθηκαν απ' τον άχρηστο δημιουργό
και βαρέθηκαν σε συρτάρι να ζουν φυλακισμένα
ύπουλα επαναστάτησαν
Μια φορά ντύθηκαν δεσποινίδες εποχής
και σκανδάλιζαν τους συντηρητικούς
δείχνοντας δημόσια λευκούς αστραγάλους
Μια άλλη φορά προκάλεσαν έρωτα κεραυνοβόλο
σε ανίδεο καθολικό αναγνώστη
και για χάρη του ολονυχτίς χόρευαν
το χορό των Εφτά Πέπλων
Έκτοτε φοβάμαι μην έρθει η μέρα
που τα εκατόχρονα ποιήματα
- από πένα ρομαντικών ποιητών -
ζωντανέψουν
και κάνουν αιματηρή κατάληψη
στον άθλιο σημερινό κόσμο


Μαρία Φουσταλιεράκη 25-7-2016

Κυριακή 24 Ιουλίου 2016

ΚΑΘΕ ΒΡΑΔΥ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ


Κάθε φορά που σε περιμένω
δυο ερωτευμένα χαμόγελα
ξεστρατίζουν απ' τα χείλη
Το 'να στο δωμάτιο πηγαίνει
φρεσκοσιδερωμένα σεντόνια να στρώσει
Τ' άλλο τσίλιες φυλάει στην εξώπορτα
να σε υποδεχτεί με παθιασμένα φιλιά


Μαρία Φουσταλιεράκη 24-7-2016

ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ


Ξελόγιαζε την ψυχή μου 
ώσπου τα τρεμάμενα γέρικα χέρια μας 
να μην μπορούν πια
να ζωγραφίζουν αναρχικούς στίχους
στους τοίχους
Λάτρευε το κορμί μου
ώσπου τα παγκάκια όλου του κόσμου
να μην αντέχουν την ευτυχία
των ρυτίδων μας


Μαρία Φουσταλιεράκη 23-7-2016

Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

ΔΟΚΙΜΑΣΤΙΚΑ ΠΥΡΑ

                                                         Φωτογραφία: Dariusz Klimczak
Μισοτελειωμένες κουβέντες
λόγια κάρβουνα αναμμένα
με το ζόρι με μεγάλωναν
Από στριφνά στόματα με δυσκολία έβγαιναν
και φούντωνε η ανυπόμονη νιότη
Κίνδυνος γινόμουν τότε
που 'βαζε σκόρπιες τις φωτιές
Οι απαντήσεις σιωπηλές τιμωρίες, πονούσαν
ρητορικές έχασκαν για χρόνια αναπάντητες
βλέμματα και νοήματα με καταδίωκαν
δοκιμαστικά πυρά διασταυρώνονταν
πάνω απ' την άδεια κούνια
Κρυμμένη τον κόσμο ανακάλυπτα
αόρατη γινόμουν θέση να βρω να κάτσω
Το στόμα από εξυπνάδα έμαθα να κλείνω
αυτιά γινόμουνα μονάχα
και όσφρηση μελλοντικού κινδύνου
Τα ψέματα τους στα μούτρα έφτυνα
με αλήθειες ξέσκιζα την ασθενή τους μνήμη


Μαρία Φουσταλιεράκη 22-7-2016

Πέμπτη 21 Ιουλίου 2016

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΕΙΣ


Τ’ αποφάσισα. Σήμερα θα σου πω. Θα σου μιλήσω για το πως νιώθω. Αρκετό καιρό τώρα τ αναβάλλω. Θα οπλιστώ με θάρρος και θα σου πω πόσο ερωτευμένη είμαι μαζί σου.
Κι άλλες στιγμές είχα αποφασίσει να στο πω, μα τελευταία στιγμή άλλαζα γνώμη. Φοβόμουν μήπως έπρεπε να περιμένω λίγο ακόμα, να σιγουρευόμουν και μετά να στο έλεγα.
Έτρεμα περισσότερο μη με ρωτήσεις από που το ξέρω, παρά μην απορρίψεις τον έρωτά μου.
Παράξενα σκέφτομαι, το ξέρω.
Οι περισσότεροι τρέμουν μη δουν άρνηση στα μάτια, εγώ όχι.
Δε με αφορά αν είναι αμοιβαίο.
Φυσικά και θα ‘θελα όχι μόνο να ‘σαι και εσύ ερωτευμένος, μα να είσαι τρελός για μένα. Αυτό θα ήταν τέλειο. Ούτε που τολμώ να το φανταστώ. Προτιμώ να το ζήσω. Αν ισχύει.
Τρέμω μη με ρωτήσεις αν είμαι σίγουρη για τον έρωτά μου και μήπως τον μπερδεύω με τον ενθουσιασμό που έρχεται με την πρώτη γνωριμία.
Μην τον μπερδεύω με τη μοναξιά που τη βαρέθηκα.
Μην τον μπερδεύω με τον πόθο που μου προκάλεσε το άγγιγμά σου.
Μεγάλη κουβέντα είναι να δηλώνεις ερωτευμένος, το ξέρω.
Γι αυτό δίσταζα ως τώρα. Μα αν τελικά μου κάνεις την ερώτηση που τρέμω, είμαι προετοιμασμένη.
Το σκέφτηκα πολύ και έχω απάντηση.
Νιώθω ερωτευμένη με όλα αυτά που δε ζήσαμε ακόμα.
Με όλα αυτά που θέλω να μοιραστούμε στο μέλλον.
Εγώ τα έχω ζήσει ήδη, στ’ ομολογώ. Με σφαλιστά μάτια και με τη φαντασία μου έχουμε ζήσει μαζί ανεπανάληπτες στιγμές.
Αύριο θα έχει πανσέληνο. Έχουμε περάσει και μαζί μια πανσέληνο ξαπλωμένοι στην αμμουδιά.
Όλη τη νύχτα, πιασμένοι χέρι - χέρι κοιτούσαμε τον ουρανό και κουβεντιάζαμε.
Ξημέρωσε, ο ήλιος βγήκε, οι πρωινοί λουόμενοι άρχισαν να φτάνουν και μεις ακόμα συζητούσαμε απορροφημένοι.
Πιο έντονη ερωτική νύχτα δεν έχω περάσει στη ζωή μου.
Και ας περιορίστηκε το χάδι σου μονάχα στα μαλλιά μου τη στιγμή που μου είπες, ξημέρωσε ομορφιά μου.
Τ’ αποφάσισα.
Δε θα σου πω πόσο ερωτευμένη είμαι μαζί σου.
Θα σου μιλήσω για τα μάτια μου. Πόσο χαρούμενα γίνονται μόλις σε συναντάω.
Θα σου μιλήσω για τα χείλη μου. Πόσο διψασμένα είναι για τα φιλιά σου.
Θα σου μιλήσω για το κορμί μου. Πόσο πολύ τρέμει μόλις το αγκαλιάζεις.
Όλα αυτά θα στα πω.
Την επόμενη φορά που θα κάνουμε έρωτα όμως.
Θα στα ψιθυρίσω τόσο σιγανά που μπορεί να μην τ' ακούσεις.
Εγώ όμως αγάπη μου αποφάσισα να στα εξομολογηθώ ούτως ή άλλως.


Μαρία Φουσταλιεράκη 19-7-2016

Τρίτη 19 Ιουλίου 2016

ΜΥΩΠΙΚΑ ΓΥΑΛΙΑ



Νωρίς ξύπνησες γλυκιά μου
ακόμα δεν ξημέρωσε
Μη φεύγεις ακόμα
σε παρακαλώ
Φευγάτη ήμουν από την αρχή
Από όλους μονάχα εσύ δεν το παραδεχόσουν
Έβγαζες τα μυωπικά γυαλιά
κάθε φορά που συναντιόμασταν
γιατί τάχα σου χαλούσαν τον ερωτισμό
Γι' αυτό και γω σου πρόσφερα λαγνεία
Για να βρει κάποτε η χαμένη όραση το δρόμο της
Μα μη στεναχωριέσαι
πάντα στον κόσμο κάπου βρέχει
Οι αγκαλιές ομπρέλα γίνονται
γι' αυτούς που τρέμουν τη βροχή



Μαρία Φουσταλιεράκη 17-7-2016

ΑΝΤΙ ΚΑΛΗΝΥΧΤΑΣ



Αντί για καληνύχτα, απόψε θέλω να σου διηγηθώ ένα όνειρο που βλέπω συχνά και με προβληματίζει.
Έχω ανάγκη να το μοιραστώ μαζί σου.
Ίσως έτσι καταφέρω να το ξορκίσω.
Περπατούσα που λες ολόγυμνη σ' ένα άδειο δρόμο.
Καλοκαίρι πρέπει να ήταν, γιατί δεν ένιωθα καθόλου να κρυώνω.
Αντιθέτως, ρυάκια ιδρώτα μούσκευαν την πλάτη μου.
Κατρακυλούσαν ως τις πατούσες μουσκεύοντας τες κι αυτές.
Ο ιδρώτας αυτός δεν ήταν ο συνηθισμένος, ήταν πολύ παράξενος.
Μόλις ερχόταν σ' επαφή με το χώμα γινόταν μικρές χρωματιστές πέτρες με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα πολύχρωμο μονοπάτι.
Η γύμνια μου καθόλου ντροπή δε μου προκαλούσε.
Θαρρείς και δεν ήξερα πως υπήρχαν ρούχα για να τη σκεπάσουν.
Νομίζω πως ήμουν χαρούμενη.
Σε σένα ερχόμουν.
Να σε συναντήσω.
Στο τέλος του δρόμου με περίμενες χαμογελαστός.
Σε πλησίασα μα δε σε άγγιξα.
Ένας συρμάτινος φράχτης στεκόταν ανάμεσά μας.
Άπλωσα τις παλάμες και ακούμπησα τις δικές σου που με περίμεναν.
Σου χαμογέλασα.
Πίστευα πως θα νιώσω κάτι, οτιδήποτε, αγγίζοντάς σε.
Τίποτα.
Δεν ένιωσα το παραμικρό.
Σκοτείνιασε.
Δε χαμογελούσα πια.
Κατέβασα τις παλάμες.
Γύρισα την πλάτη και άρχισα αργά να περπατώ προς τα πίσω.
Το μονοπάτι με περίμενε.
Οι πέτρες λαμπύριζαν πανέμορφες μέσα στο σκοτάδι.
Ήμουν χαρούμενη.


Μαρία Φουσταλιεράκη 18-7-2016

Σκέψεις της Μαρίας...


Σκέψεις της Μαρίας...


Σκέψεις της Μαρίας...


Σκέψεις της Μαρίας...


Παρασκευή 15 Ιουλίου 2016

ΓΥΜΝΙΑ


Σε οριζόντια ρωγμή στον τοίχο
μπήκα να προφυλαχτώ
τη γύμνια της ψυχής ντρεπόμουν να εκθέτω
ταυτόχρονη ευκαιρία ήταν να ζεσταθώ
το δωμάτιο ξαφνικά με παγωνιά είχε γεμίσει
Τα μπαγιάτικα φιλιά είχαν ξινίσει μέρες τώρα
η ανυπόφορη μπόχα πότιζε τ' ακριβά σεντόνια
και ο ιδρώτας είχε αφήσει αποτύπωμα κορμιού
αρσενικού
Παράξενο μου φάνηκε όταν είδα το καρνέ
μπερδεμένο στα βρώμικα κόκκινα εσώρουχα
δε συνήθιζε ν' αφήνει προσωπικά αντικείμενα
και πειστήρια επιβαρυντικά
Περιέργεια μ' έπιασε ξαφνικά να τ’ ανοίξω
ήθελα να μετρήσω τις σκισμένες σελίδες
κάθε σελίδα και οργασμός
κάθε υπογραφή αγχόνη στο λαιμό
Σβησμένες ήταν οι πρόσφατες ημερομηνίες
τελειωμένο το καρνέ
Βγήκα απ' τη ρωγμή και ετοίμασα τα λιγοστά πράγματα
με γλέντησε αρκετά αυτή η πόλη
ήρθε η ώρα να μετακομίσω στην επαρχία


Μαρία Φουσταλιεράκη 15-7-2016

ΚΑΛΗΜΕΡΑ, ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ;


Από τις ερωτήσεις που κάνουν ένα άνθρωπο να τρομάζει, είναι αυτή που ρωτάει, τι κάνεις.
Οι καλοί τρόποι απαιτούν ν’ απαντήσεις.
Οι κακοί τρόποι λένε από μέσα τους, αι σιχτίρ.
Δύσκολο ν’ απαντήσεις, είμαι καλά, αν δε νιώθεις καλά μέσα σου και θες να ‘σαι ειλικρινής και έντιμος απέναντι σε σένα και σ’ αυτόν που σε ρωτά.
Αν πεις, δεν είμαι καλά, χρειάζεται εξηγήσεις, δε σερβίρεται ποτέ σκέτο το δεν είμαι καλά.
Είτε απαντήσεις, είτε το αποφύγεις η ζημιά έχει γίνει. Το ερώτημα μπήκε μέσα σου και περιμένει απάντηση.
Λες, θα το παίξω τρελίτσα μωρέ και θα κάνω πως δεν άκουσα.
Χα!
Και ποιος σου είπε πως έχεις μονάχα ένα εαυτό και εύκολο είναι να τον ξεγελάσεις; Μακάρι να ήταν μόνο ένας, αλλά είναι δύο, τρεις, τέσσερις και καμιά φορά περισσότεροι.
Όχι, δεν αφορά ανθρώπους με ψυχιατρική διαταραχή, όλοι μας έτσι είμαστε. Πολυδιάστατοι. Τόσοι ρόλοι, σκέψου από παιδιά μέχρι μεσήλικες και βάλε, τόσοι εαυτοί που πορεύονται παράλληλα μέσα μας και όλοι περιμένουν από κάποιον να τους καθοδηγήσει.
Ουφ!
Περίπλοκο πολύ είναι να είσαι άνθρωπος σημερινός.
Καλύτερα τότε που μέναμε στις σπηλιές.
Ήταν ευκολότερη η Ζωή. Μόνο για την επιβίωση χρειαζόταν να νοιαστείς, για τη διαιώνιση και κυρίως να παραμείνεις ζωντανός.
Δεν υπήρχε η πολυτέλεια του χρόνου και του νου να σκέφτεται πως κάθε απόφαση έχει πάντοτε παράπλευρες απώλειες, εξόν από κέρδος.
Σήμερα, με φρονιμάδα, ακριβώς όπως όταν απασφαλίζεις χειροβομβίδα, προσεγγίζεις την κάθε απόφαση, το κάθε όνειρο, την κάθε ελπίδα.
Αργά, τρομοκρατημένος και με βήματα τρεμάμενα διστακτικά.


Μαρία Φουσταλιεράκη 15-7-2016

Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

ΚΟΚΚΙΝΕΣ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΕΦΤΥΝΕ



Κόκκινες σταγόνες στα κρυφά έφτυνε
μη δει ο κόσμος
στις πλάκες πως φυτρώνουν παπαρούνες
Μόλις τα παιδιά δείχναν με το δάχτυλο τα λουλούδια
πεζοδρόμια βιαστικά άλλαζε και βήμα σκεπτικό
Σε τελική συμφωνία είχε έρθει με το Θεό
του απαγόρευε από δειλία ν' αυτοκτονήσει
έτσι διαθήκη αποδέχτηκε να φτιάξει ολάνθιστη πόλη
Δημοπράτησε ότι πολυτιμότερο είχε
το αίμα του,
εξωφρενικά ακριβά για την εποχή
Μόλις έφτυσε την τελευταία σταγόνα
νεκρός έπεσε πάνω στη νεογέννητη παπαρούνα
Η χλωμάδα του προσώπου του φώτισε για μια στιγμή
απ’ την ξαφνική αστραπή
ξεπλύθηκε απ΄ τη δυνατή μπόρα
Ένα κοριτσάκι περαστικό στη μαμά του ορκιζόταν
πως είδε τον πεθαμένο να της χαμογελά


Μαρία Φουσταλιεράκη 10-7-2016

Κυριακή 10 Ιουλίου 2016

Η ΑΠΟΨΗ ΜΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Τ’ ΑΗΔΟΝΙΟΥ ΤΟ ΔΑΚΡΥ- ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΖΙΤΖΙΚΑΚΗΣ - ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΩΚΕΑΝΙΔΑ



Ξεκίνησα επιτέλους ένα βιβλίο που είχα από καιρό επιλέξει, όχι μόνο επειδή έχουμε κοινή καταγωγή με το συγγραφέα, αλλά κυρίως για την παρουσία του στο λογοτεχνικό χώρο είναι τόσο αξιοπρεπής και ζηλευτή που χωρίς να τον γνωρίζω προσωπικά τον έχω κατατάξει από καιρό στους κοντινούς μου ανθρώπους.
Από ένα τέτοιο άνθρωπο φυσικά δεν περίμενα αδιάφορη γραφή. Χειρίζεται με εξαιρετική δεξιοτεχνία την ελληνική γλώσσα, την κατέχει άριστα. Οι κρητικοί ιδιωματισμοί που μεταχειρίζεται και οι διάλογοι στην πάτρια γλώσσα λιγώνουν την ψυχή είτε έχεις έρθει σ’ επαφή μ’ αυτή την ιδιαίτερη ράτσα ανθρώπων, είτε όχι. Η γλαφυρότητα της γραφής, η ένταση των συναισθημάτων και της βαθιάς ψυχικής πάλης είναι τόσο ζωντανά και ρεαλιστικά ώστε οι ήρωες παίρνουν σάρκα και οστά στη φαντασία.
Με συνεπήρε η ιστορία, οι περιγραφές, οι ανατροπές. Η σύγκρουση με τη Μοίρα αναπόφευκτη, χρόνια και τρομακτική. Σ’ αυτή τη σύγκρουση μετριέται το μπόι του ανθρώπου. Ακριβώς όπως το περιγράφει ο Ν. Καζαντζάκης στην "Ασκητική":
«Ν' αγαπάς την ευθύνη. Να λες: Εγώ, εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω τη γης. Αν δε σωθεί, εγώ φταίω”. Ο συγγραφέας γνωρίζει καλά πως αν έστω και ένας άξιος άνθρωπος είναι ικανός να σώσει τον κόσμο όλο.
Η πάλη με το χρόνο, τη φυσική φθορά, τη συγχώρεση και το θάνατο
απασχολούν τους ήρωες μ’ ένα τρόπο τραγικό, αναγκάζοντάς τους να πονέσουν παραπάνω απ’ όσο αντέχουν και να είναι πρόθυμοι να πληρώσουν το αντίτιμο της αθανασίας.
Όλοι οι χαρακτήρες είναι καλοδουλεμένοι και άριστα ψυχαναλυμένοι. Ακόμα και τους «κακούς» ή απλά αντιπαθητικούς της υπόθεσης καταφέρνει και τους δίνει μια αδιόρατη ανθρωπιά, αφήνοντας μια σημείωση στο μυαλό να μην τους μισήσουμε.
Δε χωράει το μίσος στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Κανένας από ελεύθερη επιλογή δεν είναι κακός. Πολλές φορές αναγκάζεται να γίνει από συνήθεια και άλλες απλά δεν έχει διδαχτεί τον τρόπο να είναι καλός. Από την ανάγκη του ν’ αγαπηθεί υποκύπτει σε σφάλματα και αμαρτίες κατά του εαυτού του.
Σε όλο το βιβλίο ταξίδεψα σε κόσμους αλλοτινούς, σε κόσμους της παιδικής μου ηλικίας. Τότε που ήμουν καθισμένη μικιό κορίτσι στο μουρνιδάκι της αυλής, δίπλα στα πόδια του κρητίκαρου παππού μου ο οποίος μου ανιστορούσε συνέχεια γι’ αγάπες, για πεθαμούς, για βεντέτες, για ολόκληρη τη Ζωή.
Πόσο όμορφα μου μύριζε όλη την ώρα το βιβλίο, να ξέρατε!
Ποτισμένο με τη μυρωδιά της αξιοπρέπειας, της ντρέτης αντρίκιας ηθικής, το λόγο τιμής, την ευλάβεια, τη θυσία, την αγάπη, την αυταπάρνηση και το θάνατο. Τις μεγάλες αδυναμίες των κρητικών.
Με παρέσυρε από το σαλόνι του σπιτιού μου στα κακοτράχαλα σοκάκια του χωριού, στο καφενείο, στην εκκλησία, στην ορθάνοιχτη αυλή της γειτόνισσας που μοσχομυρίζει πάντα φαγητό, μπαχαρικά και λουλούδια.
Ένα υπέροχο ταξίδι στα πάτρια εδάφη και στο παρελθόν, τότε που οι άνθρωποι άλλαζαν τον κόσμο χωρίς καν να το γνωρίζουν. Γιατί ο κόσμος αλλάζει με τη καλοσύνη, την αγάπη, την εντιμότητα και την πίστη.
Αν γεννιόταν περισσότεροι «Γιώργηδες» ο κόσμος μας θα ήταν ένας επίγειος παράδεισος.
“Δεν υπάρχουν ιδέες - υπάρχουν μονάχα άνθρωποι που κουβαλούν τις ιδέες - κι αυτές παίρνουν το μπόι του ανθρώπου που τους κουβαλάει.” – «Νίκος Καζαντζάκης - Αδερφοφάδες»


Μαρία Φουσταλιεράκη 10-7-2016

Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

ΣΑΡΚΟΒΟΡΑ ΘΗΛΥΚΑ


Γέμισε ύαινες η πόλη
απρόσκλητες ήρθαν με κάλυψη σκοτεινή
στα μάτια τους ξεχώριζε η ερωτική έξαψη
νευρικές ήταν και πεινασμένες
το αρσενικό θήραμα 
ορκίστηκαν  ν’ απολαύσουν
να  διαμελίσουν
να γευτούν
γυναίκες ντύθηκαν φορώντας σαγήνη παραπλανητική

Η πρώτη θαρραλέα πλησίασε, η πιο ανυπόμονη
στη θέα του κοιμισμένου κορμιού ηδονή ένιωσε
το δάχτυλο του μικρού ποδιού απολαυστικά γεύτηκε
όσο τα σάλια πότιζαν την αιφνιδιασμένη πατούσα

Η δεύτερη ούρλιαξε στη θέα της ματωμένης σάρκας
το άθικτο πόδι αστραπιαία ξερίζωσε με μια δαγκωματιά
στο δάσος έτρεξε να το θάψει

Η τρίτη πλανεύτηκε απ’ την ομορφιά του θανάτου
εκστασιασμένη ξάπλωσε στο προσκέφαλο
με δαγκωματιές αγάπης τη ματαιότητα ξεπροβόδισε

Το μέτρημα χάθηκε στο χρόνο
κοπάδι ολόκληρο κατέφτασε
ενθύμιο εκδίκησης να πάρει και μερτικό

Η αυγή φώτισε τα ματωμένα σεντόνια
μονάχα το χαμόγελό του είχε απομείνει
λυτρωμένο και φωτεινό
ορφανεμένο πανηγύριζε την ελευθέρωση απ’ τη σάρκα


Μαρία Φουσταλιεράκη 9-7-2016

Σκέψεις της Μαρίας...


Πέμπτη 7 Ιουλίου 2016

ΤΟ ΚΟΡΜΙ


Κάποια απ’ τις φορές που το κορμί ξανάγινε ασήκωτο,

φυλαγμένο κουράγιο επιστράτευσε και το ‘βγαλε μια βόλτα.

Στην αρχή με βήματα αργόσυρτα και το βλέμμα προσεκτικά στη γη στραμμένο.

Ανάμεσα στα βήματα συλλογισμούς ελευθέρωνε,

σάλια που εξατμίζονταν την ίδια στιγμή στον αέρα.

Εκατό δύσκολα μέτρα κατάφερε εκείνη τη φορά,

μα τα βάρη της παιδικής ηλικίας κατάφερε να ξεφορτωθεί.

Τα βήματα έγιναν γρηγορότερα και η κούραση αλάφρυνε λιγάκι.

Σαν έφτασε στην ακρογιαλιά είχε καταφέρει με επιτυχία

ν” αναμασήσει και να φτύσει σκυφτά όλα τα ρυθμικά χρόνια της ενηλικίωσης.

Κουράστηκαν τα πόδια και τα βόλεψε σε στάση οκλαδόν.

Μαζί με το χέρι έθαβε και τις αναμνήσεις βαθιά στη ζεστή άμμο.

Θολές μνήμες της μήτρας ξύπνησαν απ” τη ζεστασιά

και ο ήλιος φιλούσε τις ξυπόλητες πατούσες.

Έψαξε νέα στάση, καυτά φιλιά για να πάρει σ” όλο το σώμα.

Ικετευτικά άνοιξε χέρια και πόδια

σκορπίζοντας το βάρος της ζωής σε βότσαλα και ξεραμένα φύκια.

Τα μάτια όλη την ώρα παρέμειναν σφαλιστά, συνεχίζοντας το επίπονο ταξίδι στο παρελθόν. Ίσαμε το σούρουπο, το κορμί κατάφερε να ταιριάξει την αναπνοή

με το αεράκι που ανατρίχιαζε τα βρεγμένα πόδια.

Όταν χάθηκε εντελώς ο ήλιος, ψηλάφισε απ’ το σακίδιο μια λευκή κουβερτούλα

και τυλίχτηκε ως το κεφάλι.

Υγρασία εμφανίστηκε ύπουλα απ’ τα κλειστά μάτια και λέκιασε το πολύτιμο ύφασμα.

Δε σκόπευε όμως να κουνηθεί απ’ την εμβρυακή στάση.

Η νύχτα αποδείχτηκε απρόσμενα ζεστή για την εποχή.

Σαν ξημέρωσε, ένα αδέσποτο σκυλί πλησίασε από περιέργεια

και άρχισε να μυρίζει το κουβάρι κουνώντας διστακτικά την ουρά.

Γρύλισε για μια στιγμή και έπειτα αδιάφορα συνέχισε

να τρέχει πλατσουρίζοντας στην ακρογιαλιά.


Μαρία Φουσταλιεράκη 6-7-2016

Τρίτη 5 Ιουλίου 2016

ΟΧΙ ΑΔΕΡΦΕ



Σε βλέπω πικραμένο, πέθανε κανείς;
Ναι, εγώ πέθανα
Από τι;
Από καθρέφτη. Είδα τον εαυτό μου στην ψυχή ενός αγνού ανθρώπου και αυτοκτόνησα.
Στην κηδεία θα πας;
Όχι αδερφέ, δε θα γίνει κηδεία, ούτε ταφή. Θα είναι προσβολή για το ιερό χώμα. Τα τσακάλια και τα όρνια θα φροντίσουν την αδερφή τους.


Μαρία Φουσταλιεράκη  5-7-2016 (remake από 11/4/2013)

Σκέψεις της Μαρίας...


Παρασκευή 1 Ιουλίου 2016

Ο ΑΝΔΡΑΣ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ ΘΝΗΤΟΣ ΚΑΙ ΠΕΘΑΝΕ ΑΘΑΝΑΤΟΣ


Δεν μπορούσε κανείς μας να το πιστέψει. Ο κύριος Διοικητής ήταν νεκρός!


Μόλις χθες, όλος ο σταθμός γιόρτασε μεγαλόπρεπα τη συνταξιοδότησή του. Όχι μονάχα ο δικός μας σταθμός. Όλοι οι πυροσβέστες που είχε εκπαιδεύσει από άκρη σε άκρη στην Ελλάδα, έδωσαν το γιορτινό παρών.


Ας είναι καλά η Καιτούλα που το οργάνωνε μόνη της, στα κρυφά, μήνες τώρα και έκανε τις συνεννοήσεις κρυφογελώντας κάτω από τη μύτη του αγαπημένου της Διοικητή.


Αυτή ήταν η Καιτούλα του! Το μόνο θηλυκό άρωμα ανάμεσα στους πύρινους νταγλαράδες, όπως την αποκαλούσε γελώντας.


Αυτός ο θηλυκός μπροστάρης ήταν το υστερόφημο που ονειρευόταν από παλιά, τότε που ζούσε με την κυρα-Σοφία και ήταν ένα αγαπημένο ζευγάρι.


Δεν άντεξε η νόμιμη σύζυγος την άλλη, την αγαπημένη ερωμένη στην ψυχή του άντρα της. Πού να συγκριθεί η Σοφία με τη φωτιά! Γιατί η φωτιά ήταν ο καυτός έρωτας του άντρα της.


Έκανε υπομονή μα κατάλαβε πως ούτε παιδί πρόκειται να πιάσει, ούτε και άντρα θα έχει στο κρεβάτι της κάθε βράδυ όπως όλες οι άλλες παντρεμένες γυναίκες. Παντοτινή συντροφιά της το πήρε απόφαση πως θα ‘χε μια πεντακάθαρη στολή με παράσημα φορτωμένη και δυο ζευγάρια καλογυαλισμένες μπότες.


Και τα χρόνια βιαστικά εξανεμίζονταν μαζί με την υπομονή και τη φρεσκάδα της.


Σε μια νυχτερινή βάρδια Πρωτοχρονιάς δεν τον περίμενε υπομονετικά μόνη για ν’ αλλάξουν μαζί τον καινούργιο χρόνο. Έφυγε τρέχοντας να ξενιτευτεί στην Αμερική μπας και προλάβει τ’ όνειρό της να γίνει μάνα προτού να είναι πολύ αργά.



Ήταν άντρας δυνατός στην κράση και στο πνεύμα ο κύριος Διοικητής.


Πατέρας και μέντορας ολονών, προστάτης και άγρυπνος φρουρός των βουνών.
Δεν είχε σοβαρά προβλήματα υγείας παρόλα τα επιπόλαια ατυχήματα που πάθαινε κατά καιρούς γιατί δεν άφηνε κανένα από τα παιδιά του να ρισκάρουν τη ζωή τους όταν εκείνος ήταν βάρδια.



«Εμένα θέλει να τη σβήσω η ερωμένη μου!», έλεγε χαμογελώντας όταν η αποστολή δυσκόλευε.
«Μην τολμήσει κανείς σας να την αγγίξει!» και τα μάτια του θεριά γινόταν. Πού να τον παρακούσει κανείς μας; Τον τρέμαμε!



Ο κύριος Διοικητής αυτοκτόνησε!
Ύπουλα και ηρωικά, μόνος, ξαπλωμένος στο κρεβάτι του. Είχε φορέσει την επίσημη στολή με τα μετάλλια και τις φρεσκογυαλισμένες μπότες.


Τα τηλέφωνα πήραν φωτιά και η απόφαση πάρθηκε αμέσως χωρίς να ξεστομιστεί λέξη απ’ τα σφιγμένα χείλη κανενός.


Ξέραμε!
Όλοι ξέραμε τι έπρεπε να κάνουμε.


Όλοι εμείς που ήμασταν τα παιδιά που δεν γέννησε, αλλά πόνεσε περισσότερο από δικά του, είχαμε ορκιστεί στην ίδια μας τη ζωή ότι θα γινόταν το θέλημά του αν ερχόταν εκείνη η ώρα.


Το καθήκον μας απέναντί του θα το τηρούσαμε. Δε μπορούσαμε να παραβούμε το λόγο της τιμής μας, αλλά κατά ένα παράξενο τρόπο νιώθαμε ξεγελασμένοι μέσα μας. Ξεγελασμένοι όχι από κείνον, αμ απ’ τον ίδιο μας τον εαυτό.


Η υπόσχεση έπρεπε κανονικά να εκπληρωθεί στα βαθιά γεράματα ή τελοσπάντων όταν θα ερχόταν η ώρα του. Αλλά αυτός την ώρα του την έφερε νωρίς, πολύ νωρίς, κι εμείς κοιτάζαμε ο ένας τον άλλο σαστισμένοι. Νιώθαμε δέος και φόβο, αγάπη και θυμό, όλα μαζί μπερδεμένα, ανακατεμένα.


Το σκηνικό στήθηκε με άκρα μυστικότητα και σιωπηλά.
Πολύ προσεκτικά, αθόρυβα, με σχεδόν ευλαβική κατάνυξη ετοιμάσαμε μεγάλους σωρούς από όλα τα ξερά κλαδιά των αγαπημένων του δέντρων.


Γύρω – γύρω οι άνθρωποι-στολές με αδάκρυτα μάτια και σφιγμένα στόματα, ύψωναν το βλέμμα και κοιτούσαν τον κύριο Διοικητή στην κορυφή της πυράς.


Πεθαμένος και ήρεμος, χλωμός και χαμογελαστός ξάπλωνε. Περίμενε καρτερικά να σμίξει με την ερωμένη του.
Το δαδί άναψε η Καιτούλα. Δακρυσμένη ήταν και συγκινημένη σαν σκεφτόταν πως την κοιτά και την καμαρώνει ο προϊστάμενός της να εκτελεί με θάρρος και πειθαρχία την τελευταία του εντολή.


Οι φλόγες σε δευτερόλεπτα ξεκίνησαν το μοναχικό τους ζεϊμπέκικο, το χορό που αγαπούσε ο Διοικητής για τη λεβεντιά του και όλοι στάθηκαν ακίνητοι. Χωρίς ανάσα. Με λυγμό αντί για χτύπο στην καρδιά.


Όλοι μαζί, ταυτόχρονα, σήκωσαν ψηλά τα τσίγκινα κύπελλα με το κόκκινο κρασί και φώναξαν:
“Βίον ανθόσπαρτον κύριε Διοικητά!!!»




Μαρία Φουσταλιεράκη 28-6-2016

Σκέψεις της Μαρίας...


Σκέψεις της Μαρίας...


Σκέψεις της Μαρίας...