Ένας
ερωτευμένος νεαρός περνούσε κάθε απόγευμα έξω απ’ το φράχτη και κοντοστεκόταν
την ώρα που πότιζα τις τριανταφυλλιές μου.
Έβλεπα
πώς τις κοιτούσε επίμονα και μ’ ένα νεύμα τον παρότρυνα να κόψει λουλούδια.
Το
πιο όμορφο τριαντάφυλλο έκοβε κάθε φορά κι αφού το φιλούσε, μ’ ευχαριστούσε μ’
ένα χαμογελαστό σκύψιμο του κεφαλιού και έφευγε.
Δυο
μήνες κοντά πέρασαν κι ο ερωτευμένος νεαρός περνούσε έξω απ’ το φράκτη
ανελλιπώς κάθε απόγευμα, την ώρα που πότιζα τις τριανταφυλλιές.
Κάθε
φορά τον άφηνα να τις τρυγά αμίλητος, με το ερωτευμένο του χαμόγελο να μου λέει
πάντα ευχαριστώ την ώρα που ξεμάκραινε. Την φωνή του όμως δεν την άκουσα ποτέ.
Συμπονούσε
τον έρωτά του η τριανταφυλλιά και κάθε απόγευμα τον περίμενε' μπουμπούκιαζε και
μοσχοβολούσε για να διαλέξει ο ντροπαλός το πιο κόκκινο, το όμορφο, το πιο
μυρωδάτο λουλούδι.
Στο
τέλος του καλοκαιριού, ξαφνικά σταμάτησε να ‘ρχεται.
Η
τριανταφυλλιά, που συνέχισα να φροντίζω με την ίδια προσήλωση, σταμάτησε να
γεννά νέα μπουμπούκια.
Όσα
ήταν ήδη μεστωμένα, σιγά –σιγά μαράθηκαν και μια θλίψη την τύλιξε ως και τα πιο
ψηλά κλαδιά της ώσπου ένα βράδυ μαράθηκε ολόκληρη απ’ τον καημό της και πέθανε
επειδή συμπόνεσε πολύ τον ερωτευμένο.
Ο
ανεκπλήρωτος έρωτάς του δεν άντεξε την τόση αλμύρα του καλοκαιριού.
Μαρία
Φουσταλιεράκη 28-8-2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε μας τη γνώμη σας...