Το
μεγάλο χαλί στο σαλόνι ανάμεσα στ' ανάγλυφα σχέδιά του, αποτύπωνε και το
μεγάλωμα της οικογένειάς της.
Δε
σκόπευε να τ' αλλάξει, όχι από τσιγκουνιά, κάθε άλλο παρά τσιγκούνα ήταν, μα
από αγάπη.
Το
μεγάλο χαλί του σαλονιού ήταν το φωτογραφικό άλμπουμ της φαμίλιας της. Ένα
άλμπουμ γεμάτο με έγχρωμες αναμνήσεις.
Τα
κρόσσια του είχαν μαδήσει με τα χρόνια και τα χρώματα είχαν θαμπώσει με τον
καιρό.
Μικροί
ανεξίτηλοι λεκέδες υπήρχαν διάσπαρτοι. Από μωρουδιακά ρεψίματα, από παιδικές
νερομπογιές και από γατίσια νύχια.
Λογής
περπατήματα τόσα χρόνια είχαν διασχίσει απ' άκρη σ' άκρη το άλλοτε πανάκριβο
χειροποίητο απόκτημα.
Παντόφλες
μαλακές που νανούρισαν μωρά με χαμηλωμένα φώτα και απαλή μουσική.
Επώνυμες
γόβες που καμάρωσαν δίπλα σε ταιριαστές βραδινές τουαλέτες.
Καλογυαλισμένα
ανδρικά λουστρίνια που νευρικά στήριζαν το βάρος του κορμού μια στο ένα και μια
στο άλλο πόδι, ωσότου φτιαχτεί τέλειος ο κόμπος στη γραβάτα.
Παπούτσια
των συγγενών, των συνεργατών, των πελατών, των αντίζηλων, των καλεσμένων της
υψηλής κοινωνίας, όλα παρέλασαν απ' το μεγάλο χαλί του σαλονιού.
Καιρό
τώρα, οι γόβες φυλάχτηκαν στο κουτί τους και οι γραβάτες μπήκαν στη βαλίτσα
μαζί με τα κοστούμια.
Εκείνη,
για μέσα στο σπίτι κράτησε τις μαλακές παντόφλες για να φορά ακόμα.
Στραβοπατημένες
και ξεφτισμένες ήταν, σαν τα κρόσσια του μεγάλου χαλιού του σαλονιού, μα δεν
είχε σκοπό να τις πετάξει και ν' αγοράσει καινούργιες.
Τις
είχε αγαπήσει τώρα πια και κείνες είχαν πάρει με τα χρόνια το σχήμα από τα
πέλματά της.
Θαρρείς
και τα δύσκολα χρόνια βολεύονταν πιο εύκολα στα πόδια της όταν τις φορούσε.
Όταν
είχε αϋπνίες τα βράδια, καθόταν κάτω στο χαλί και στήριζε την πλάτη της στην
πολυθρόνα.
Χαμήλωνε
τα φώτα, διάλεγε απαλή μουσική, έβαζε ένα ποτό κι έκλεινε τα μάτια. Παραδινόταν
στις αναμνήσεις μιας ζωής και χαμογελούσε.
Απόψε,
όπως αναπολούσε χαμογελαστή, σηκώθηκε απότομα και άνοιξε όλα τα φώτα στο
σαλόνι.
Από
τη μνήμη της ξύπνησαν γεγονότα που νόμιζε πως είχε ξεχάσει ή που πάσχιζε να
ξεχάσει.
Το
χαμόγελο μαράθηκε αμέσως στα χείλη της.
Άρχισε
να ψάχνει με μανία, πεσμένη στα τέσσερα, για να βρει το λεκέ απ' το
περιστατικό.
Θυμόταν
ακριβώς που είχε γίνει. Όλο το βράδυ έτριβε με μανία να σβήσει το λεκέ απ' το
αίμα.
Έσβησε
το λεκέ, έσβησε και τη μελανιά απ' το λαιμό της την επόμενη μέρα.
Με
την πανάκριβη πούδρα που της έκανε δώρο για την επέτειό τους.
Μαρία
Φουσταλιεράκη 18-4-2017
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε μας τη γνώμη σας...