Τρίτη 3 Απριλίου 2018

ΜΟΝΟ ΜΕ ΡΗΜΑΤΑ ΑΝ ΧΡΕΙΑΣΤΕΙ

                                             A favourite custom – Sir Lawrence Alma-Tadema

Ονειρευόταν περπατούσε αναπολούσε συνάντησε εξεπλάγην χαιρόταν χαμογελούσε αγκάλιασε φίλησε έσφιξε μιλούσε ξαναφιλούσε σφιχταγκάλιαζε γλυκαινόταν ταράχτηκε στριφογύριζε μουρμούριζε παραμιλούσε ερεθίστηκε μισοξύπνησε ζεστάθηκε γδύθηκε χαϊδεύτηκε ηδονίστηκε αναστέναξε ίδρωσε σφίχτηκε τινάχτηκε βόγκηξε σπαρτάρησε τελείωσε ηρέμησε σκουπίστηκε ανακουφίστηκε χαλάρωσε τεντώθηκε χασμουρήθηκε ξεξύπνησε σηκώθηκε πλύθηκε βούρτσισε έφτυσε ξυρίστηκε ξέπλυνε χτενίστηκε αρωματίστηκε ντύθηκε ετοιμάστηκε έλεγξε κλείδωσε έφυγε συννέφιασε έβρεξε περπάτησε περίμενε μετακινήθηκε στριμώχτηκε δυσανασχέτησε άργησε έφτασε ξεκίνησε δούλευε σχεδίαζε μιλούσε σημείωνε κουδούνιζε απαντούσε έγραφε έσβηνε ξαναέγραφε σημείωνε αποφάσιζε άλλαζε ενημέρωνε κουράστηκε πείνασε δίχασε βιαζόταν τσίμπησε ήπιε δούλευε επαναλάμβανε σχεδίαζε οργάνωνε απόκαμε νύχτωσε χαιρέτισε έφυγε μετακινήθηκε ησύχασε χαλάρωσε νανουρίστηκε τινάχτηκε φοβήθηκε σταμάτησε περπάτησε διάλεξε ψώνισε πλήρωσε κουβάλησε επέστρεψε ξεκλείδωσε αναστέναξε ταχτοποίησε μοίρασε αποθήκευσε ξεντύθηκε λούστηκε μπανιαρίστηκε σκουπίστηκε στέγνωσε ντύθηκε μαγείρεψε καθάρισε πέταξε έπλυνε στέγνωσε ψιλόκοψε ζεμάτισε τσιγάρισε ανακάτεψε αλατοπιπέρωσε νοστίμεψε δοκίμασε σέρβιρε κάθισε έφαγε ήπιε ικανοποιήθηκε χόρτασε ρεύτηκε σηκώθηκε μάζεψε έπλυνε σαπούνισε σκούπισε τακτοποίησε έβαλε έκλεισε πρόσθεσε ζύγισε γύρισε έπλυνε περίμενε λαγοκοιμήθηκε σβούριξε τινάχτηκε στράγγισε έβγαλε τίναξε άπλωσε πόνεσε απόκαμε βαριαναστέναξε ξεντύθηκε άλλαξε βούρτσισε έφτυσε ντύθηκε ξάπλωσε τεντώθηκε διάβασε χαλάρωσε ταξίδεψε γλάρωσε αποκοιμήθηκε βάθυνε ονειρεύτηκε.

Ποιος είπε πως η ζωή δεν μπορεί να περιγραφεί μόνο με ρήματα αν χρειαστεί;

Μαρία Φουσταλιεράκη 1-4-2018

ΕΝΑΣ ΗΛΙΚΙΩΜΕΝΟΣ ΑΝΔΡΑΣ


Τους άκουσε να λένε πως έχει λίγο καιρό μπροστά του και πως είναι αναγκαίο να συνηθίσει την ιδέα του θανάτου. Νόμιζε πως μιλούσαν για άλλον και τους γύρισε την πλάτη. Μέσα του είχε λίγο φόβο και πολύ λαχτάρα, αλλά αποφάσισε να τους αγνοήσει όλους. Και ειδικά τα παιδιά του που αύξησαν τελευταία τις επισκέψεις τους με προσχήματα τουλάχιστον σαχλά.

Βαρέθηκε, ήταν πολλές μέρες κλεισμένος εκεί μέσα κι ένιωθε ξεκούραστος και δυνατός με τη νέα αγωγή. Ήπιε το τσάι του όρθιος μέσα στο δωμάτιο καθώς περιφερόταν νευρικά και περπατώντας έφαγε δυο μπουκιές απ' το μπαγιάτικο κέικ για να μην πάει χαμένο. Αφού κατάπιε βιαστικά και τίναξε τα ψίχουλα απ' τα χέρια του στο πάτωμα, φόρεσε τις κάλτσες του· μια καφέ κάλτσα με τρύπα στο αριστερό πόδι και μια μαύρη κάλτσα χωρίς τρύπα στο δεξί και παραλείποντας να βάλει τα πόδια του σε παπούτσια, ένιωσε έτοιμος να πάει μία μεγάλη βόλτα.
Πανωφόρι δεν πήρε γιατί ήταν πολύ βιαστικός, ούτε φόρεσε παντελόνι πάνω από το μάλλινο εσώρουχο· φορούσε όμως τη ζεστή φανέλα που φορούσε και στον ύπνο.
Από τον πίνακα ανακοινώσεων, δίπλα στην πόρτα, έλειπαν πάλι του έξω κόσμου τα κλειδιά. Κοντοστάθηκε και με το χέρι που έτρεμε ελαφρά, έξυσε το κεφάλι του, δεν του κατέβηκε καμιά έξυπνη ιδέα και δοκίμασε να γυρίσει το χερούλι της εξώπορτας προς τα δεξιά. Για καλή του τύχη κάποιος είχε ξεχάσει να την κλειδώσει.
Χαμογέλασε ικανοποιημένος, κοίταξε δεξιά αριστερά και πριν κλείσει την εξώπορτα πίσω του, άρπαξε μια ξένη ομπρέλα που κάποιος επισκέπτης είχε ξεχάσει πίσω από την πόρτα. Δεν είναι να παίζει κανείς με τον καιρό, σκέφτηκε την ώρα που την άρπαζε.

Πράγματι, έξω φυσούσε και έκανε κρύο, πάντοτε αργούσε να ζεστάνει ο καιρός στα ανεπιθύμητα μέρη που οι συγγενείς σπάνια ερχόταν να δουν τους δικούς τους.
Με τη μάλλινη φανέλα να του κρατάει ζεστό το στήθος, περπάτησε και περπάτησε και περπάτησε πολύ, ώσπου τα βήματά του, μόνα τους, τον έφεραν σ’ ένα παγκάκι που το βρήκε πανέμορφο και του φάνηκε πως ήταν πρόσφατα φροντισμένο και βαμμένο.
Κάθισε ξέπνοος στο καθαρό παγκάκι και παρόλο που δεν έβρεχε, είχε ακόμα την ομπρέλα του ανοιχτή πάνω απ’ το κεφάλι.
Απέναντι, κοιμόταν οι νεκροί μέσα στους τάφους. Καθόταν φρόνιμος ο ηλικιωμένος, δεν ήθελε να  τους ενοχλήσει, και τους μιλούσε, έτσι από απέναντι, ψιθυριστά. Κανείς ζωντανός δεν υπήρχε εκτός απ' αυτόν εκεί τριγύρω. Αυτός, όλης της γης οι πεθαμένοι και τα φύλλα του δέντρου που κρέμονταν ήσυχα πάνω απ' το παγκάκι· είχαν συνηθίσει τόσα χρόνια να κάνουν απόλυτη ησυχία.

Έξυσε το κεφάλι του σκεπτικός. Δεν θυμόταν στα σίγουρα αν είχε δικό του πεθαμένο σ’ αυτό το νεκροταφείο για να τον αναζητήσει. Τον χώρο τον θυμόταν, ήταν σίγουρος πως είχε ξανάρθει, και το παγκάκι του φαινόταν γνωστό, και το δέντρο με τα πολλά φύλλα του θύμιζε κάτι γνώριμο· κάτι στενάχωρο από το παρελθόν.
Μετά από ώρα λογικής σκέψης κατέληξε πως αποκλείεται να είχε φτάσει ως εδώ κατά τύχη. Σίγουρα είχε ξανάρθει, ίσως και να είχε έρθει πολλές φορές. Σηκώθηκε απ' το παγκάκι· είχε αρχίσει να τρέμει από το κρύο και πήγε απέναντι να δει από κοντά τους νεκρούς.
Πέρασε ήσυχα ήσυχα μπροστά από κάθε έναν τάφο και ψέλλιζε συνέχεια συγνώμες, με την ελπίδα κάποιος να βρεθεί να τον συγχωρέσει που άργησε τόσα χρόνια να τον επισκεφτεί.
Κανείς δεν θα πεθάνει ποτέ τέλειος αν οι πληγές του δεν σταματήσουν να στάζουν συγχώρεση, μουρμούριζε ανάμεσα από τις ατέλειωτες συγνώμες.

Μετά κουράστηκε πολύ, έκλεισε την ομπρέλα που είχε όλη την ώρα ανοιχτή, στηρίχτηκε πάνω της σαν να ήταν το βοηθητικό του μπαστούνι και πήρε σιγά σιγά και με κόπο τον δρόμο του γυρισμού.
Ένας ηλικιωμένος άντρας, σχεδόν γυμνός, έσερνε τα πόδια του μέσα στην πόλη. Ο κόσμος όταν τον έβλεπε τον χλεύαζε, τον έφτυνε, τον προσπερνούσε αδιάφορος ή τον καταριόταν δυνατά. Κανείς δεν σκέφτηκε πως ο καημένος, μπορεί απλά να έχασε τη μνήμη ή τα λογικά του.

Μαρία Φουσταλιεράκη 1-4-2018


ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΕΙΧΑΝ ΣΕ ΜΕΓΑΛΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΝ ΕΛΕΓΧΟ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ

Πάντοτε, αυτοί που είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τον έλεγχο του πλήθους, κατασκεύαζαν λεωφορεία για να κουβαλάει ο κόσμος· τάχα πιο γρήγορα, οικείες ζωές, όμως στην πραγματικότητα, τα λεωφορεία χρησίμευαν για να στριμώχνονται ξέπνοα τα όνειρα των ανθρώπων, ειδικά τις ώρες της μέγιστης αιχμής.
Με την ίδια τεχνοτροπία φτιάχνονταν και παλιά και σήμερα, τα λεωφορεία και με παρόμοια υλικά· απ’ άκρη σ’ άκρη, απ' το αμάξωμα ως τις εξελιγμένες μηχανές.
Για να είναι μέσα στις εγκεκριμένες προδιαγραφές, έπρεπε πάντοτε να βρυχάται το λεωφορείο, να στριγκλίζει και ν' αγκομαχά σε κάθε διαδρομή, για να κάνει αισθητή την παρουσία του, ιδιαίτερα όταν μετέφερε υπεράριθμους επιβάτες. Απ' έξω όταν το κοίταζες έμοιαζε σαν παραφουσκωμένο στομάχι γιγάντιου ψαριού, από μέσα έμοιαζε σαν ένα κοινό σαρδελοκούτι.
Οι κεντρικές υπηρεσίες, οι οποίες υπάγονταν απ’ ευθείας σ’ αυτούς που είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τον έλεγχο του πλήθους, είχαν παρατηρήσει ένα ασυνήθιστο φαινόμενο που επαναλαμβάνονταν τακτικά σχεδόν κάθε μήνα. Γι' αυτό το λόγο, εξαιτίας αυτού του ασυνήθιστου φαινομένου, τις φορές που τα δρομολόγια γινόταν νύχτα και συνέπιπτε να έχει πανσέληνο στον ουρανό, στους οδηγούς δίνονταν σαφείς οδηγίες με αυστηρά, για κάθε περίπτωση, πρωτόκολλα.
Αυτοί που είχαν σε μεγάλη εκτίμηση τον έλεγχο του πλήθους, είχαν, επίσης παρατηρήσει, πως σ’ εκείνα τα δρομολόγια με πανσέληνο, ήταν οι μόνες φορές που μέσα στα σαρδελοκούτι, παρατηρούνταν μια αναστάτωση από τους μέχρι πρότινος πειθήνιους ταξιδευτές. Μέσα σ’ αυτήν την ιδιαίτερα ανορθόδοξη αυτή κατάσταση έβλεπες τους αεικίνητους νέους να συμφιλιώνονται, προσωρινά, με τους γκρινιάρηδες και παράξενους εκατόχρονους επιβάτες.
Μέσα από το κατεβασμένο τζάμι του λεωφορείου· επίτηδες το κατέβαζαν κάποιες φορές οι υπεύθυνοι για να ανακυκλώνεται ίση ποσότητα ιδρώτα και αδρεναλίνης με καθαρό αέρα, ένα ολοστρόγγυλο φεγγάρι προσπαθούσε να γίνει επιβάτης κι αυτό, ο μοναδικός λαθραίος ανάμεσα σε νομιμόφρονες, αγνοώντας και πρωτόκολλα και νόμους και κανόνες.
Μπήκε απροκάλυπτα μέσα στο λεωφορείο το φεγγάρι, στάθηκε κάτω από το παράθυρο και προκαλούσε επιδεικνύοντας την παρουσία του· άθελά του ή θελημένα δεν έμαθε ποτέ κανείς, και λαμπύριζε πάνω στο άτριχο κεφάλι ενός επιβάτη, σίγουρα αμαρτωλού, είχε ύποπτο ύφος μεταμελημένου, όμως κανείς δεν πρόσεξε την παρουσία του στην αρχή.
Ίσως γιατί κανείς δεν είχε το κουράγιο να κοιτάξει ψηλά, ίσως γιατί κανείς δεν είχε κουράγιο να σηκώσει το κεφάλι του ψηλότερα απ' τα υπόλοιπα, κουρασμένα, κεφάλια των συνεπιβατών.
Μονάχα ένας νέος, φιλάσθενος στην όψη άνδρας, σηκώθηκε από τη θέση του και κοίταζε από απέναντι το φεγγάρι μαγνητισμένος. Μπορεί να ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που έβλεπε φεγγάρι. Κάτι άρχισε να ψελλίζει χαμηλόφωνα, κάτι μουρμούριζε και δείχνοντάς το ξεκίνησε διστακτικά να το πλησιάζει, μα δεν μπορούσε μέσα σε τόσο στριμωξίδι να φτάσει πολύ κοντά στο παράθυρο. Εκείνη την ώρα έστριψε απότομα το λεωφορείο και οι επιβάτες που δεν το περίμεναν, έπεσαν ο ένας πάνω στον άλλον και δυσανασχετούσαν με γκριμάτσες. Όλοι εκτός από τον φιλάσθενο άνδρα. Όμως αυτός ο φιλάσθενος και ακόμα νέος άνδρας, χάρη στην, μάλλον, απειρία του οδηγού, στην επόμενη στροφή βρέθηκε με την πλάτη και τα χέρια κολλημένα στο κατεβασμένο τζάμι. Κοιτούσε εκστασιασμένος στο εσωτερικό του λεωφορείου. Αφού σήκωσε το κεφάλι ψηλά και πήρε μια γενναία φρέσκια αναπνοή· τόσο γενναία που ρόδισαν τα ωχρά μάγουλά του, έβγαλε τα γυαλιά από τα μάτια και τόλμησε να αναμετρήσει το μυωπικό του βλέμμα με το σαγηνευτικό του παιχνιδιάρικου φεγγαριού. Και το φεγγάρι ανταποκρίθηκε αμέσως στην πρόκληση του φιλάσθενου νέου και τον προσκάλεσε να παίξουν μαζί κρυφτό, κάτω από τις ρόδες του λεωφορείου.
Κάποιος αναρωτήθηκε για τον καιρό. Έξω, εκείνη την ώρα, είχε 11 βαθμούς Κελσίου και ο ουρανός από σύννεφα ήταν καθαρός.

Μαρία Φουσταλιεράκη 31-3-2018

ΠΕΡΙΠΛΑΝΩΜΕΝΟ ΜΠΟΡΝΤΕΛΟ


Στο περιπλανώμενο μπορντέλο το ρόφημα ευτυχίας σερβίρεται στις εννέα ακριβώς.
Στους φτωχούς απαγορεύονται οι εκτρώσεις, είναι γραμμένο με κεφαλαία γράμματα στον πίνακα ανακοινώσεων, σε εφτά γλώσσες.
Καμία ανοχή στις πόρνες που δεν αντέχουν σφιχτό στηθόδεσμο να τις ακουμπά και ισχυρίζονται πως τους κόβει τις ανάσες. Δεν τους περισσεύουν πολλές, σύμφωνα με το διεθνές καταστατικό.
Το τσάι κρύωσε πριν το σερβίρει η Μαντάμ και τα βουτήματα με γέμιση σοκολάτας τελείωσαν από χθες. Μία μία χάνονται οι απολαύσεις μπροστά από τα μάτια των θαμώνων.
Ο μεταξωτός σπάγκος δεν έφτασε να δέσω το πεπρωμένο της κάθε μιας. Απελπισία και χυδαιότητα σέρνεται στο πάτωμα όταν κόβεται.
Σκούπισε τα αίματα πόρνη από τα χέρια σου, θα τρομάξουν τα ριγμένα παιδιά άμα τα δουν.
Πάντα σου άρεσε να σε φιλάω πίσω από το λαιμό, ήσουν η μικρότερη και η πιο αγαπημένη μου.
Δεν είναι σοβαρό που δεν μ αγαπάς, ούτε εγώ με αγαπώ. Μόνο το χρήμα αγαπούν οι προαγωγοί, αθώο κορίτσι.
Πρέπει να νικήσουμε τον ανταγωνισμό. Μια αυτοκτονία θα είναι σπουδαία διαφήμιση για το μπορντέλο μας. Οι πατούσες σου ήταν ανέκαθεν ματαιόδοξες. Όλα θα πάνε καλά. Έλα, μην φοβάσαι, δεν θα σε πονέσω πολύ.
Παλιά, όταν κάποτε φοβήθηκα μια φορά κι γω, στοίχειωσαν οι νύχτες μου κι έτρεμα μη σβήσω ολομόναχος κοιτώντας ένα βρώμικο κενό.
Ο φόνος και τα κομπλιμέντα αρχίζουν με τον ίδιο τρόπο, δεν το γνωρίζατε αγαπητέ μου; Με συγκινείτε. Ω, μα ναι, έχετε δίκιο, δεν το σκέφτηκα κατά αυτόν τον τρόπο. Ναι βέβαια, θα κάνει μήνες να γιατρευτεί η πόλη από την τόσο αναπάντεχη απώλεια. Ήταν όμως αναπόφευκτη για την εύρυθμη λειτουργία του σκοπού μας, αυτό να μην καταλογιστεί στα κατά σας παρακαλώ.
Και να σας δώσω δωρεάν μια συμβουλή τώρα που αναλαμβάνετε εσείς. Κάντε το και θα με θυμηθείτε. Κρεμάστε ανάποδα τον πίνακα στην τραπεζαρία και θα δείτε πελάτες υπεράνω υποψίας ν’ ακουμπούν τους αγκώνες στο τραπέζι και να σκουπίζουν τα λιγδιασμένα χέρια τους στο λινό τραπεζομάντιλο δίχως αιδώ.
Της έγραψα ένα γράμμα πριν φύγει, αλλά δεν έβαλα γραμματόσημο επάνω. Έλεγε: «Θα ήσουν βαρετή αν δεν ήμουν εγώ. Έπρεπε να μάθεις να ξεπερνάς την αηδία για να ξέρω πως μ’ αγαπάς. Τίποτα δεν έμαθες. Όλη την ώρα έψαχνες να βρεις πού κρύβεται η αγάπη».
Δεν το έλαβε ποτέ. Δεν το έστειλα ποτέ. Από υπερηφάνεια την έκανα τόσα χρόνια να υποφέρει.

Μαρία Φουσταλιεράκη 30-3-2018

Η ΠΤΩΣΗ

                                                      Airplane Rug – Wassily Kandinsky
Έτσι καθώς έπεφτα αργά αργά από την ταράτσα· μύθος πως η πτώση είναι αστραπιαία, είχα την ευκαιρία να δω από ψηλά τη γειτονιά και τους ενοίκους, αυτούς για τους οποίους ποτέ ως τώρα δεν είχα καν ενδιαφερθεί.

Στο ρετιρέ, που νόμιζα πως ήταν από χρόνια ακατοίκητο, είδα μια γάτα κι ένα καναρίνι να κυνηγιούνται μες στις σκόνες. Δεν πρόλαβα να δω πολλά, μα δεν νομίζω πως η γάτα έδειχνε να είναι πεινασμένη.

Ακριβώς στον κάτω όροφο, είχαν απλωμένα ρούχα κατά μήκος στα σκοινιά, μα δεν τα λέρωσα, ούτε τα μπέρδεψα, πέρασα ανάμεσά τους με δεξιότητα διάσημης μπαλαρίνας.

Σε κάποιον όροφο, στη μέση του κτιρίου, μια νεαρή κοπέλα έστεκε γυμνή μπρος σε καθρέφτη. Πίεζε λυπημένη τ' ανύπαρκτα στήθη, ρούφαγε με μανία την επίπεδη κοιλιά κι έβαζε και ξανάβαζε μια αλοιφή για αδυνάτισμα στο μέσα μέρος των αψεγάδιαστων γλουτών της. Δεν πρόλαβα να της πω πόσο υπέροχη ήταν ήδη και πως το άχαρο κορμί της εφηβείας σύντομα θα εξαφανιζόταν και θα ερχόταν στη θέση του ένα κομψό γυναικείο. Αρκεί να έκανε υπομονή.

Καθώς έπεφτα, είδα σ' ένα διαμέρισμα στον τρίτο, ένα βρεφάκι να με κοιτά από την κούνια και το βλέμμα του μου θύμισε έντονα εμένα, μα δεν είχα χρόνο μ' αυτόν τον ψυχολογικό συνειρμό ν' ασχοληθώ.

Στον πρώτο όροφο, δυο γερόντια ήταν στο σαλόνι αγκαλιασμένα και στο ισόγειο ένας άναδρος είχε πιάσει τη γυναίκα του από το λαιμό.
Του φώναξα δυνατά να σταματήσει, και πως αν το μπορούσα θα 'σπαγα την πόρτα και θα του τσάκιζα εγώ τον δικό του το λαιμό. Μα δεν με άκουσε κανείς, ούτε η άμοιρη γυναίκα άκουσε πως κάποιος ξένος νοιάστηκε γι' αυτήν, κι ας ήταν ανίκανος, αυτός ο ξένος, για τον εαυτό του λιγάκι να νοιαστεί.

Η ανημπόρια κι ο θυμός, μου άλλαξαν γνώμη. Το μετάνιωσα που ήθελα να πεθάνω. Τώρα ήθελα να ζήσω και να γνωρίσω από την αρχή όλα όσα αγνοούσα. Την γειτονιά και την ζωή μου πιο πολύ.
Ήταν όμως αργά. Ήταν πολύ αργά να σταματήσω με κάποιον τρόπο την πτώση μου..
Ούτε μπορούσα να υπερβώ τους νόμους της φυσικής, γιατί αν μπορούσα σίγουρα θα το 'κανα και θ' ανέβαινα γονυπετής έναν έναν τους ορόφους, και θ' άλλαζα ό,τι μπορούσα στων γειτόνων μου τις ζωές.

Στο πεζοδρόμιο όταν έπεσα, ήμουν ακόμα, λένε, ζωντανός.
Άκουσα τις πλάκες να μου ψιθυρίζουν πως είχαν ιστορίες συγκλονιστικές να μου αφηγηθούν. Το πεζοδρόμιο με παρακαλούσε να μην πεθάνω ακόμα, κι έκλαιγε για τα νιάτα μου και για τα μαύρα μου μαλλιά. Και έκλαιγε για τα ωραία ρούχα μου που είχαν ξηλωθεί και ματωθεί από την μοιραία πτώση.
Μα περισσότερο απ' όλα έκλαιγε για τη μοίρα τη δική του. Που δεν στάθηκε ποτέ κανείς για περισσότερο από λίγα λεπτά ν' ακούσει τις τόσες συγκλονιστικές ιστορίες που είχε να του αφηγηθεί.

Μαρία Φουσταλιεράκη 29-3-2018      

ΈΝΑ ΎΠΟΥΛΟ ΧΑΔΙ


Η μεγάλη πίστη που είχα στον εαυτό μου, ένα στρεβλωμένο αίσθημα ανωτερότητας θα έλεγε κανείς, σκαρφάλωνε σταθερά, μέρα με τη μέρα ανάμεσα στα πόδια μου. Δεν ένιωθα καμμία ρομαντική ανατριχίλα πάνω στο δέρμα, αλλά ούτε και πανικό, όπως όταν μας ακουμπά ένας εχθρικός και απρόσμενος εισβολέας.

Δεν ένιωθα ούτε επιθυμία, ούτε εισβολή, δεν ένιωθα τίποτα. Με ενδιέφερε μονάχα να πετύχω τον στόχο μου, τίποτα άλλο δεν σκεφτόμουν εκείνη τη στιγμή.
Ήθελα και έπρεπε να φτάσω στην κορυφή με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο, πάση θυσία. Σε όρθια ή ακόμα και σε ξαπλωμένη δεν είχε την παραμικρή διαφορά για μένα, ειλικρινά.
Αυτό που ήξερα σίγουρα, ήταν, πως εγώ γεννήθηκα για να ξεχωρίσω, από παιδί φαινόμουν πως ήμουν ξεχωριστή. Από πάντα, όσο θυμόμουν τον εαυτό μου, ονειρευόμουν να γίνω κάποια σπουδαία. Φανταζόμουν τον εαυτό μου στο ψηλότερο σκαλοπάτι της δόξας και ανατρίχιαζα. Φανταζόμουν πως γινόμουν πιο όμορφη, πιο σίγουρη, πιο ζηλευτή από κάθε άλλη και μούδιαζα από έκσταση.
Πάντα ήμουν σίγουρη για την εικόνα μου μα κάποιες φορές γινόμουν αφόρητα ανασφαλής.
Τη στιγμή που ξεντυνόμουν και είχα τα μάτια κλειστά, ξεχάστηκα και αναρωτήθηκα φωναχτά πότε έκανα αποτρίχωση τελευταία φορά στα απόκρυφά μου, είχα μια τάση να ξεχνώ τα προγραμματισμένα ραντεβού μου.
Στο άκουσμα της φωνής μου, το χέρι που αργοσκαρφάλωνε στα μονοπάτια του κορμιού μου, σταμάτησε. Ο εσωτερικός ρυθμός στον οποίο υπάκουε το χάδι ήταν μια εναρμονισμένη μελωδία με τους χτύπους της καρδιάς μου κι εγώ η ανόητη, με την ανόητη ερώτησή μου, μπέρδεψα προς στιγμήν την καρδιά μου και την έκανα να χτυπά αντιρυθμικά.
Το χέρι, αφού περίμενε λίγο ώσπου να βρω τον αισθησιακό ρυθμό, κατάφερε στα αμέσως επόμενα λεπτά να με διεγείρει εντόνως ερωτικά, παρόλο που μέσα στο μυαλό μου αντιστεκόμουν με όλες μου τις δυνάμεις. Μου είχαν συστήσει· για το καλό μου, να φανώ όσο πιο δύσκολη και όσο πιο άπειρη μπορούσα.
Δυστυχώς απέτυχα και στα δύο. Το κορμί μου ήξερε στα τυφλά εδώ και χρόνια την σύντομη ερωτική διαδρομή και δεν με υπάκουε πάντα.
Το πλούσιο χέρι με έκανε αμέσως τόσο υγρή όσο το μαντίλι που φιλοξενούσε κάθε τόσο τα δάκρυά μου ή όσο τα υγρά μαντιλάκια που διόρθωνα, πίσω από τα παραβάν, το κατεστραμμένο από τα έντονα φώτα μακιγιάζ.
Το χέρι, ύπουλο φίδι που λικνιζόταν εναρμονισμένο στο λίκνισμα του κορμιού μου, όταν έφτασε στο ύψος του αιδοίου, με μια γρήγορη κίνηση γλίστρησε σαν διψασμένη γλώσσα, μέσα του βαθιά.
Η ολοκλήρωση ήρθε ταυτόχρονα και ακαριαία για το ξένο χέρι και για το γνώριμο αιδοίο. Νίκησα και νικήθηκα. Καμία διαφορά μετά.
Ο κόσμος συνέχισε να γυρίζει όπως πριν και το χέρι αφού σκουπίστηκε και πλύθηκε, αναζήτησε την επόμενη πρωταγωνίστρια που ήταν η σειρά της να αναδειχτεί.
Όσο για μένα, ήμουν κατά έναν τρόπο ευτυχισμένη. Θα ήμουν πλέον αναγνωρίσιμη, ζηλευτή και σπουδαία. Όλα αυτά που ονειρευόμουν να γίνω από παιδί.

Μαρία Φουσταλιεράκη 28-3-2018

ΈΝΑΣ ΑΘΕΟΣ ΘΕΟΣ


Μου ήταν εύκολο όσο το αγνοούσα. Όταν μεγάλωσα όμως, απαιτούσα εξηγήσεις στα απανωτά ερωτηματικά. Όλοι μου έλεγαν, κι εσύ μαζί, είσαι ακόμα τόσο μικρή για να ζαλίζεις το μυαλουδάκι σου με τέτοια μεγαλίστικα και δύσκολα.
Μα εγώ φουρκιζόμουν κι έτρεμα από θυμό και έφτυνα επιδεικτικά όλα σας τα υποκοριστικά.

Θα φύγω, είπα, και θα ξαναγυρίσω όταν το όνομά μου σβηστεί από τον πίνακα, κι όταν η κιμωλία γίνει σκόνη και αέρας.
Και αν δεν γίνει σκόνη και αέρας από μόνη της, θα την σβήσω εγώ, θα την τρίβω με δύναμη και με όλα τα δάχτυλά μου βρεγμένα.

Θα φύγω γιατί σιχάθηκα τη δήθεν καλοσύνη.
Θα φύγω γιατί η καλοσύνη σιχάθηκε εσάς.
Θα φύγω πριν προλάβω ν' αναπτύξω στον εαυτό μου αλλεργία.
Θα φύγω για να ανακαλύψω κάποιον καλύτερο από το δικό σας να έχω για θεό.

Άραγε υπάρχουνε άθεοι θεοί; Αυτό ρωτούσα μανιωδώς κι απάντηση δεν έπαιρνα ποτέ από κανέναν.
Έφυγα για να ψάξω έναν θεό που, εκτός από άθεος, να είναι σαν κοινός θνητός, εγωιστής.
Τον φαντάζομαι, σαν απλό άνθρωπο ν' ανοίγει την τηλεόραση τα βράδια και από τις έκτακτες ειδήσεις να διαλέγει για ποιούς πρέπει επειγόντως να προσευχηθεί.

Αν δεν υπάρχει ένας τέτοιος άθεος θεός, έστω, ας υπάρχει τουλάχιστον ένας κτητικός, ζηλιάρης και ερωτικός. Σε έναν τέτοιο θεό θα μπορούσα χωρίς κανένα φόβο να προσευχηθώ.

Μαρία Φουσταλιεράκη 27-3-2018

ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΤΣΟ ΣΤΑ ΜΑΛΛΙΑ


Κάθε βράδυ, όταν κοιτάζω φευγαλέα στον καθρέφτη, βλέπω μια ώριμη και λαμπερή μορφή και νιώθω θελκτική και σαγηνευτική μαζί.
Όταν χαμογελάω και δείχνω το υπέροχο χαμόγελό μου, οι νεαροί άνδρες με φλερτάρουν και κολακεύομαι πολύ.
Μου προσφέρουν αλκοολούχα ποτά και μόλις τα πίνω, στην υγειά τους, βεβαιώνομαι διακριτικά πως δεν έφυγε το κόκκινο κραγιόν.
Ω, συνέχεια συζητάμε μ' αυτούς τους χαμογελαστούς και υπέροχους νεαρούς άνδρες, και μιλάμε και γελάμε δυνατά, με θόρυβο, και περνάμε τόσο καλά σ' αυτές τις γιορτές και φαίνεται από μακριά το πόσο πολύ γλεντάμε.
Όλος ο κόσμος, μιλάει, γελάει και γλεντάει και φαίνεται από μακριά το πόσο καλά περνάει σ' αυτές τις γιορτές.
Κάθε πρωί, μόλις ξυπνάω, ποτέ δεν κοιτάζω στον καθρέφτη, φτιάχνω το σφιχτοδεμένο κότσο μου στα τυφλά και όλη τη ημέρα, ώσπου να έρθει η ώρα πάλι να κοιμηθώ, ό,τι κάνω το κάνω με σκυμμένο κεφάλι, νοιώθοντας δυσαρέσκεια και κοκκινίζοντας ως τις ρίζες των μαλλιών μου γιατί ντρέπομαι για την άφατη ηδονή που νιώθω τις νύχτες στα όνειρά μου.

Μαρία Φουσταλιεράκη 27-3-2018

Δευτέρα 2 Απριλίου 2018

ΚΑΡΟΥΖΕΛ ΚΑΙ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ

                                                          The Red Concert – Raoul Dufy
Τα αρχεία είναι γεμάτα, το ίδιο και τα κατάστιχα· γεμάτα κι αυτά.
Πού θα χωρέσουν να γεννηθούν τα επόμενα παιδιά;
Τώρα, τριγυρίζουν ευτυχισμένα γύρω γύρω απ' τ' αλογάκια του καρουζέλ,
αλλά μόλις πάθουν ναυτία,
θα πρέπει κάποιος να τα βοηθήσει να προσανατολιστούν ξανά.
Δεν είναι όπως στις ταινίες παιδί μου η ζωή.
Όλοι θα γίνουμε αναμνήσεις μία μέρα, και μακάρι ν' αγαπηθούμε τόσο πολύ,
ώστε κάποιος να κολλήσει στην άκρη του μνήματος
ένα πολύχρωμο καρουζέλ και ένα ψεύτικο τριαντάφυλλο.


Μαρία Φουσταλιεράκη 26-3-2018

Η ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΑΝΤΕΞΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΜΟΥ ΣΤΗ ΓΗ


Όπως όταν πήγαμε σε ξένη χώρα και κατάσχεσαν στα σύνορα τις αποσκευές.
Σε κάθε εξερευνητή έδωσαν κωδικοποιημένο το χάρτη του θησαυρού. Τους υπόλοιπους τους άφησαν να κοιτάζονται με απορία.
Μεταξύ μας, ακόμα και τη λύση να τους έδιναν στα χέρια, πάλι δεν θα καταλάβαιναν ποτέ τη διαφορά.
Εμένα ευτυχώς, η βαρύτητα άντεξε τα πόδια μου στη γη.
Προς στιγμήν φοβήθηκα πως θα πετάξω.
Πονούσα σαν να φύτρωναν τεράστιες φτερούγες στις μασχάλες, δίπλα ακριβώς από τα πλευρά.
Ίδρωνα και κρύωνα, πείσμωνα και παραμιλούσα όσο διάβαζα τον χάρτη.
Από γινάτι, τον διάβαζα από την ανάποδη μεριά.
Μόνο όταν μου έβαλαν το κύπελλο στα χέρια, μόνο τότε, κατάλαβα πως δεν ήταν ο φόβος που καθοδηγούσε τον ιδρώτα μου στην πλάτη, ούτε πως ήταν κρύο αυτό που ανάβλυζε από τη βάση της ραχοκοκαλιάς.
Ήταν λαχτάρα για εξερεύνηση της γης από το διάστημα και ήταν θυμός που μούλιαζε για χρόνια μέσα σε αναβλητική συγνώμη.
Όταν στο τέλος ο χάρτης αποκωδικοποιήθηκε, μας οδήγησε σε έναν πάπυρο που περιέγραφε έναν αρχαίο, μα ίδιο όπως και σήμερα, φυσιολογικό τοκετό.
Μια αρχέγονη μητρότητα που ξεκίνησε φτύνοντας εκδίκηση και συνεχίζει ως τις μέρες μας να τιμωρεί και να οικτίρει τους αργούς κολυμβητές.

Μαρία Φουσταλιεράκη 26-3-2018

ΣΑΝ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ ΦΑΝΙ

                                                             La danse – Marc Chagall

Χθες που μαλώσαμε και βάλαμε ανάμεσα
μία πόρτα θυμωμένη,
η αϋπνία περπατούσε πάνω κάτω στα λιβάδια.
Σαν ερωτευμένη Φάνι έμοιαζε από μακριά,
που στίχους απήγγειλε γραμμένους από τον Κητς.
Σήμερα, ζήτησες και πάλι να βρεθούμε,
δεν γνώριζα αν σου περίσσεψε κακή διάθεση από χθες,
ούτε ήξερα αν θα με πάρει και θα με σηκώσει από λύσσα.
Σου 'φερα όμως ένα μπουκέτο απ' τα λουλούδια που αγαπάς.
Τα λουλούδια θυμίζουν το χαρούμενο παρελθόν τους.

Μαρία Φουσταλιεράκη 25-3-2018

ΟΙ ΧΩΡΕΣ

                                                       Afternoon in Naples – Paul Cezanne

Μπουσουλάμε ο ένας πάνω στη χώρα του άλλου
την ώρα που κάνουμε έρωτα
για ν' ανακαλύψουμε πώς μυρίζουνε τα δάση
και για να μετρήσουμε πόσα ποτάμια περνάνε
απ' το κορμί μας.

Μαρία Φουσταλιεράκη 24-3-2018

ΡΟΦΗΜΑ ΕΥΤΥΧΙΑΣ

                                Dominant Curve – Wassily Kandinsky

ΥΓ. Σου στέλνω ένα μπουκάλι με ρόφημα ευτυχίας.
Προσοχή στις παρενέργειες, προκαλούν ακατέργαστους ηθικούς φραγμούς.
Δεν θα υπάρξει άλλο ρόφημα, κουράστηκα να ξεπερνώ τους πειρασμούς για να ξέρω πως μ’ αγαπάς.
Η ζωή κρύωσε πριν προλάβω να ντυθώ. Ο στηθόδεσμος μου κόβει ανάσες.
Θυμήσου: o φόνος και ο χωρισμός αρχίζουν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
Θα πάρει καιρό να γιατρευτεί η πόλη· οι επισκέπτες με λερωμένα μανίκια θα ακουμπούν τους αγκώνες στο μάρμαρο.
Μην ξεχάσεις το δέμα σου να πάρεις από το σταθμό. Μέσα έχω βάλει οδηγίες καταστροφής.
Τώρα με ξέρεις. Είμαι καλή μονάχα στις αρχές.

Μαρία Φουσταλιεράκη 23-3-2018