Πίνακας: Η Κραυγή, του Edvard Munch
Όμορφη
νύχτα πανούργα, σκληρή
όποιος σε
ζήσει κομμάτια θα γενεί
Ύπουλα
πάντα σκορπάς τα φιλιά
της
μητριάς της Χιονάτης φαρμάκι μιλιά
Χρώματα,
φώτα, ζαλίζουν τα μάτια
ο νους, η
ψυχή και η καρδιά σου κομμάτια
Πώς να
ξεφύγεις, τα μάτια θολώνουν
τα
πέταλα αγκάθια φριχτά αγκυλώνουν
Το αίμα
σαν τρέχει εσύ απορείς,
ιδέα σου είναι,
δεν υπάρχει κάτι να κοπείς
Οι
άνθρωποι κλόουν, μασκαράδες σωστοί,
το καλό
σου δε θέλουν, δεν τους καίγεται καρφί
Το μετάξι
χλωμιάζει σαν ιστός τυλιχτός
κολλάει στο
σώμα, σύντροφός σου ιδανικός
Καπνός
των τσιγάρων σε ομίχλη θολή
να μη
βλέπεις τη φάκα, να μυρίζεις το τυρί
Λαγνεία
στο βλέμμα, βέλη σ’ ακόντιο η ματιά
μα το
στόχο δε βρίσκουν, χαμηλώνει η καρδιά
Τόσα
άσκοπα βράδια απορείς πως περνάνε
σαν ο
χρόνος σου δείξει τα καλά χρόνια που πάνε
Μόνο λήθη
και πίκρα και απέραντη απονιά
έστω κάτι
να υπάρχει εκτός της ψυχής τη μοναξιά.
Μαρία Φουσταλιεράκη 12/6/2015
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε μας τη γνώμη σας...