SALVADOR DALI -
Ο Ηρακλής ανασηκώνει το λεπτο φύλλο της θάλασσας
εμποδίζοντας την Αφροδίτη να ξυπνήσει τον Ερωτα (1963)
Δίδυμοι
στο άστρο μου γεννήθηκαν
άνθρωποι δυο που κλωνοποιήθηκαν
το ένα το
παιδάκι ένα μωρό
και τ’ άλλο ένα ενήλικο μα αγαθό
πρώτα το
παιδάκι αναπτύχθηκε
και μπερδεμένο μέσα ξετυλίχτηκε
φόβο και
αγάπη Θεού στάλαξε
μνήμες σκόρπιες το μυαλό μέσα χάραξε
Το
περιβάλλον, τα αδέρφια μα και οι γονείς
θυμάμαι πως αγνοούσαν την ύπαρξή του
μεγάλωνε
εκεί δίπλα στη φωτιά
για καλύτερο φίλο είχε τη μοναξιά
σαν έμαθε
τον κόσμο γύρω να κοιτάζει
μ’ ορθάνοιχτα μάτια έβλεπε να το τρομάζει
Μεγάλωνε
και μνήμες δεν είχε το μικρό
παράξενα
παιδικά χρόνια διάφανα σαν το νερό
αρνάκι
μαύρο, επιδερμίδα σαν το γάλα
με μάτια πράσινα μελιά
ένοιωθε
έξω απ’ το κοπάδι
να τριγυρνά με χιόνι στα βουνά
Το χάδι,
το σ’ αγαπώ και τη ζεστασιά
δεν έπαιρνε όπως όλα τ’ άλλα τα παιδιά
καθώς τα
χρόνια προχωρούσαν
μ’ αυτό τον καημό μέσα στην καρδιά
κατέληξε
στο συμπέρασμα
πως δεν του άξιζαν όλα εκείνα τα καλά
Λόγο δεν
ήξερε και κλάμα είχε για παρηγοριά
νανούρισμα
δικό του είχε γίνει συντροφιά
αυτό και η δική της αγκαλιά
λαχτάρα
είχε μεγάλη να τα μάθει όλα στη ζωή
και τα βιβλία έγιναν οι φίλοι της οι πιο πιστοί
Εκεί μέσα
στα βιβλία χωμένη ζούσε για χρόνια πολλά
και όλα όσα διάβαζε τα νόμιζε για πραγματικά
δυο
κόσμοι, δυο διαστάσεις κατέληξε να έχει για οδηγό
τον
ονειρεμένο κόσμο της φαντασίας της
μα και εκείνον της ζωής το ρεαλιστικό
Να’ τος
και πάλι ο δυαδισμός μες τη δική της τη ζωή
γραμμένο
μάλλον ήταν σαν δυο άνθρωποι
ταυτόχρονα να έχουν γεννηθεί
το
ονειροπόλο βλέμα και τη σκέψη τη βαθιά
που είχε
αποκτήσει, οι άλλοι την έβλεπαν μακριά
Ότι δεν
καταλαβαίνουν τους είναι ιδιαιτέρως απωθητικό
και απ’
το κοπάδι όποιος τολμάει να ξεχωρίσει
τους φαίνεται κάπως πολύ τρομαχτικό
με υποψία
πονηρή κοιτάζουν κάθε τι ξεχωριστό
να
ερμηνεύσουν δεν τολμούν
το αντιμετωπίζουν σαν κάτι επικίνδυνα κακό
Μακάρι
να’ ξερα αν άνθρωποι βίωσαν
τέτοια απομόνωση εσωτερική
μόνη μου
να μην ένιωθα
πως κατοικώ πάνω σ’ αυτή τη ζωή
μα ξέφυγε
η σκέψη και πήγε
όπως πάντα πολύ βαθιά
του γεννησιμιού
μου το κουσούρι είναι αυτό
να τα παίρνω όλα πολύ στα σοβαρά
Ο άλλος
εαυτός ο μεγάλος πήρε τη σκυτάλη
και τα πρωτεία σ’ αυτή τη ζάλη
το
παιδάκι μέσα του σώπασε
απλά και μόνο για να μην τον τρομάξει
καθόταν
ήσυχα και κουρνιασμένο
στη μικρή δική του τη γωνιά
έβλεπε, άκουγε,
μπέρδευε
σαν έβλεπε το μεγάλο μονίμως
να το παραπετά
Καμιά
φορά φωνούλα τολμούσε
να βγάλει μόνο για μια στιγμή
μα ευθύς
το μετάνιωνε
σαν έβλεπε πως προβλήματα
στο
μεγάλο κατάφερνε να δημιουργεί
Τα χρόνια
πέρασαν και το παιδάκι
με τεράστια υπομονή καρτερούσε
το
πλήρωμα του χρόνου νά’ ρθει
τότε που το ανάστημά του θα μετρούσε
Και ήρθε
ο χρόνος στα ώριμα
χρόνια του μεγάλου τα μεστά
η
συμφιλίωση να γίνει
και η δυαδικότητα
μονάδα να γίνει επιτέλους πια
Η αρμονία
ήρθε μα όχι με ευκολία
και έτσι στα ξαφνικά
μα με
πολλές ώρες συζητήσεων
μέχρι να ματώσει η κοινή καρδιά
Το μέλλον
δεν ξέρω ειλικρινά πως θα εξελιχθεί
μα εύχομαι μέσα από την καρδιά μου
το δύο
ένα
να
παραμείνει ώσπου να ζει
ΦΜ 13-7-2015