Χάθηκε
το βλέμμα μου μακριά στον ορίζοντα να κοιτάζει τη θάλασσα. Καβάλησα με τη ματιά ένα κύμα κι έκανα μαζί του τη διαδρομή ακροθαλασσιά – βυθό.
Τόσες
πολλές φορές ακολούθησα το κύμα που έγινα αλμύρα και αφρός.
Ξεντύθηκα την ανθρώπινη υπόσταση και έγινα ελαφριά σα σύννεφο.
Ξεντύθηκα την ανθρώπινη υπόσταση και έγινα ελαφριά σα σύννεφο.
Απ’
το μυαλό έβγαλα μία – μία τις σκέψεις των τελευταίων ημερών.
Τ' απόνερα και τους εκβιασμούς της καθημερινότητας κι έμεινα γυμνή και ασφαλής σ’
ένα χωροχρόνο όπου χρόνος δεν ορίζεται και χώρος δεν υπάρχει.
Στάθηκα απέναντι απ’ την ίδια μου την ύπαρξη και της χαμογέλασα προκλητικά
Πώς αισθάνεσαι αυτή τη στιγμή; με ρώτησε.
Νιώθω τόσο γαμημένα αυτάρκης που τρομάζω, απάντησα με αφοπλιστική ειλικρίνεια.
Η μοναξιά είναι που σε τρομάζει; με ρώτησε ξανά.
Όχι, καθόλου, απάντησα σθεναρά. Κάθε άλλο. Την απολαμβάνω.
Πολύ, τόσο που θα μπορούσα να ζήσω ένα ολόκληρο χρόνο εξόριστη απ’ τον κόσμο, ολομόναχη σε μια βουνοκορφή.
Στιγμή
δε θα βαριόμουν. Αρκεί να είχα βιβλία και τετράδια.
Πολλά τετράδια για να γράφω.
Γιατί είμαι
απόλυτα ευτυχισμένη όταν γράφω. Και όταν δε γράφω, αναπολώ στιγμές και μετά τις
μεταμορφώνω μες στο μυαλό μου σε ιστορίες.
Όταν ολοκληρωθούν και μπει ο τίτλος τέλους, η αρχική ιστορία γίνεται αγνώριστη.
Ακόμα
και σε μένα που την έγραψα φαντάζει παντελώς άγνωστη.
Μόλις
οι λέξεις βολευτούν στο χαρτί και στρογγυλοκαθίσουν αναπαυτικά, παύουν να είναι δικές μου.
Αφού
περνάς τόσο καλά με τον εαυτό σου γιατί λες πως τρομάζεις;
Δεν
καταλαβαίνω, είπε απορημένη και με κοίταξε βαθιά μέσα στην καρδιά.
Δεν
ξέρω πώς να στο εξηγήσω με τα κατάλληλα λόγια της απάντησα σκεπτική.
Στο
απόλυτα ευτυχισμένο δυαδικό μου σύμπαν, καμιά φορά τα βλέπω όλα
τόσο καθαρά, τόσο στρωμένα, τόσο συμμαζεμένα και στη θέση τους που βαριέμαι. Διαλέγω τότε κάποιον ξένο να φιλοξενήσω για μερικές στιγμές.
Ο
επιλεχθείς κολακεύεται φυσικά και πιστεύει πως έπεσα στα δίχτυα του έρωτά του,
αλλά στο τέλος διαπιστώνει πως ουδέποτε συνέβη κάτι τέτοιο.
Η φιλοξενία έχει ημερομηνία λήξης.
Η φιλοξενία έχει ημερομηνία λήξης.
Από
το πρώτο βήμα που κάνει στο κατώφλι του κόσμου μου, έχει αρχίσει η αντίστροφη
μέτρηση και ας μην το γνωρίζει. Αρκεί που το γνωρίζω εγώ.
Βεβαίως
είμαι άριστη οικοδέσποινα. Τον φροντίζω, τον περιποιούμαι, του μαγειρεύω, τον
χαϊδεύω στοργικά και του κάνω έρωτα.
Όλες
τις στιγμές μαζί του τις απολαμβάνω και τις ζω σαν αληθινά ερωτευμένη γυναίκα.
Μα μόλις
κατρακυλήσει απολαυστικά κι ο τελευταίος κόκκος της κλεψύδρας, ξεπροβοδίζω με βιαστικές
ευχές τον έκπληκτο φιλοξενούμενο, τον απορημένο με τον αιφνιδιαστικό διωγμό.
Αφού βεβαιωθώ πως έχει απομακρυνθεί, με σκυμμένο το κεφάλι συνήθως, παραμιλώντας και ενίοτε βρίζοντας, τότε μόνο ξαναγίνομαι ο εαυτός μου.
Ο
αληθινός και μοναχικός.
Εκείνος ο γαμημένα αυτάρκης εαυτός που με μειδίαμα στα χείλη βγάζει το σφυρί απ’ το
κυτίο πρώτων βοηθειών και κρεμάει ένα ακόμα όμορφο κάδρο στον κατάλευκο τοίχο
της κρεβατοκάμαράς του.
Μαρία
Φουσταλιεράκη 1-8-2016
Αν καταλαβαίνω καλά, Μαρία, πραγματικοί είναι και οι δύο εαυτοί: και ο δυαδικός και ο μοναχικός. Δεν φαίνεται να είναι ο ένας από τους δύο κοινωνικό κατασκεύασμα. Η εναλλαγή διώχνει τη βαρεμάρα. Γιατί αν ο μοναχικός επικρατούσε ως η κατεξοχήν πραγματικότητα, ίσως να μην πρόσφερε τόση χαρά στο εγώ. Αλλά, σκέφτομαι και εκείνον τον "επιλεχθένα", τον καημένο:))
ΑπάντησηΔιαγραφήΜήπως όμως ο εαυτός ζει στην αυταπάτη ότι επιλέγει και αγνοεί και το ότι τον επιλέγουν; Είναι συχνά και αυτός "επιλεχθείς" και η απόρριψη του προκαλεί μεγάλη ανισορροπία.
Ευχαριστώ για τον βραδινό προβληματισμό που μου γέννησε το ωραίο σου κείμενο!!
Ακριβώς αυτό Χριστίνα! Το αιώνιο κρυφτό με το θύτη που ντύνεται θύμα και τούμπαλιν όταν...βαριέται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαίρομαι πολύ που σου άρεσε. Είναι μεγάλη τιμή για μένα να με διαβάζεις:)