Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018

ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ

                                                 Gustav Klimt, Lou Andréas Salomé


Πρώτα σταμάτησα να χαμογελάω. Έτσι μου είπαν. Στην αρχή δεν το κατάλαβα από μόνη μου.
Μετά σταμάτησα να ονειρεύομαι. Πάλι δεν το κατάλαβα στην αρχή, το παρατήρησα πολύ αργότερα.
Μετά σταμάτησα να ζω. Αυτό το κατάλαβα όταν έπαψε να μ' ενδιαφέρει ο χρόνος.
Όλη τη μέρα και όλη τη νύχτα κοιτούσα το ταβάνι. Δεν με έπαιρνε εύκολα ο ύπνος. Η όρασή μου είχε οξυνθεί. Εκτός από σκιές έβλεπα και μυστήρια σύμβολα της νύχτας στους λευκοβαμμένους τοίχους.
Όταν ερχόταν η νυχτερινή για την ένεση δεν έφερνα αντίσταση την ώρα που μου κατέβαζε το βρακί.
Μπορούσα αν ήθελα να κάνω κάτι για ν' αντισταθώ, ακόμα και τις φορές που ήμουν δεμένη.
Μπορούσα αν ήθελα, ας πούμε, να φωνάξω πως δεν θέλω να λένε για μένα πως με λυπούνται και πως δεν είμαι καλά.
Ή μπορούσα αν ήθελα να τσιρίξω δυνατά πως σιχάθηκα να βλέπω απ' το παράθυρο τη λεύκα να μαδάει.
Δεν έλεγα όμως κουβέντα. Δεν άνοιγα το στόμα μου ούτε για να δραπετεύσει ένα σύμφωνο από μέσα μου.
Άκουσα να λένε πως με βρήκαν στην είσοδο μιας πολυκατοικίας να κλαίω και πως δεν ήξερα πώς στα κομμάτια είχα βρεθεί εκεί. Περαστικοί και ένοικοι αφού προσπάθησαν να με βοηθήσουν και δεν τα κατάφεραν, κάλεσαν ασθενοφόρο.
Δεν φαινόταν να έχω τραύματα, τουλάχιστον όχι εξωτερικά, μα δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν με μένα.
Δεν είχα πάνω μου κανένα στοιχείο που να μαρτυρά την ταυτότητά μου. Ούτε τσάντα, ούτε πορτοφόλι, ούτε ταυτότητα, ούτε κάποιο σημάδι εκ γενετής. Από τα φροντισμένα νύχια και από το ακριβό μου ντύσιμο συμπέραναν πως μάλλον δεν ήμουν άστεγη που βρήκα προσωρινό κατάλυμα στην είσοδο του σπιτιού τους.
Στο Νοσοκομείο που εφημέρευε μου έκαναν ένα σωρό εξετάσεις μα δεν εντόπισαν κάποιο πρόβλημα παθολογικό.
Όταν με ρωτούσαν επανειλημμένα για τα στοιχεία μου εγώ τους κοιτούσα χωρίς να τους βλέπω.
Μέχρι που έφεραν διερμηνείς και κάποιον που γνώριζε τη νοηματική μα σε κανέναν τους δεν ανταποκρίθηκα. Κανέναν δεν έβλεπα εκείνο τον καιρό.
Προσπαθούσα σκληρά να καταλάβω τι συμβαίνει μα δεν τα κατάφερνα και πολύ καλά.
Έπειτα με μετέφεραν σε ψυχιατρική κλινική. Δημοσίευσαν τη φωτογραφία μου στις τοπικές εφημερίδες και στην εθνική τηλεόραση μα δεν βρέθηκε ούτε ένας άνθρωπος να με αναγνωρίσει.
Ήταν καλοκαίρι και όλος ο κόσμος έκανε διακοπές.
Παράξενο να μην σε θυμάται κανείς, έλεγαν.
Παράξενο να μην θυμάσαι κανέναν, έλεγα εγώ από μέσα μου.
Θα περνούσαν πολλά χρόνια από τότε μέχρι ν' ανταμώσω ξανά με τον εαυτό μου.
Ήταν στην είσοδο μιας πολυκατοικίας, έκλαιγε βουβά και με περίμενε.

Μαρία Φουσταλιεράκη 11-10-2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας...