Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2017

ΠΟΤΕ ΜΗ ΛΕΣ ΠΟΤΕ


Ο Θεός να σε φυλάει απ’ αυτόν που λέει “εγώ δεν”. Είναι ο πρώτος που θα κάνει ο ίδιος όλα όσα κοροϊδεύει στους άλλους και ο πρώτος που θα καταπατήσει όλα τα δεν που ‘χει πει στη ζωή του.

Συμβαίνει πολλές φορές να βλέπουμε στους άλλους πράγματα που τα κατακρίνουμε σφόδρα, τα μεμφόμαστε, τα ρεζιλεύουμε, μα έρχεται δυστυχώς η ώρα που τα κάνουμε και εμείς οι ίδιοι. Ειδικά στις ερωτικές σχέσεις.

Πόσες φορές δεν έχουμε για τον εαυτό μας μια εικόνα πλασματική, όμορφη, τέλεια, εντελώς αψεγάδιαστη.

Πόσες φορές δεν κρίνουμε με άλλα μέτρα και με άλλα σταθμά αυτούς που στέκονται απέναντί μας, ενώ με άλλα ζύγια μετράμε τον εαυτό μας.

Όπως ακριβώς έκανε η φίλη μου η Μαρία. Στην παρέα εκείνη συντηρούσε την εικόνα της πιο τέλειας, της πιο μετρημένης και  της πιο σωστής. Επιπλέον κατέκρινε όλες εμάς με το παραμικρό.

Μονίμως θεωρούσε πως πέφταμε χαμηλότερα απ’ όσο μας άξιζε για έναν έρωτα, για έναν άνδρα. Κανένας μα κανένας άνδρας, κατά την αντίληψή της, δεν άξιζε τόσο πολύ ώστε να σε κάνει να μετακινηθείς από τις βασικές αρχές, την ηθική και τα πιστεύω σου. Εγώ έχω αξιοπρέπεια. Εγώ είμαι κυρία, μας έλεγε συνέχεια. Είχαμε βαρεθεί ν’ ακούμε αυτά τα κλισέ, συνοδευόμενα απαραίτητα με το σήκωμα του φρυδιού και το χαρακτηριστικό επικριτικό κοίταγμά της.

Καλάααααα, κάτσε να ερωτευτείς και συ και τα λέμε, λέγαμε από μέσα μας, ενώ απ’ έξω μας της θυμίζαμε πως ποτέ δεν είχε ερωτευτεί και πως αυτός ήταν ο λόγος που μας έκρινε έτσι αυστηρά όλες. Εμείς σαν φυσιολογικές γυναίκες που ήμασταν, κατά καιρούς σαν τα χταπόδια τα φρέσκα χτυπιόμασταν η μια στον ώμο της άλλης.

Μα έχει ο καιρός γυρίσματα……

Μια ωραία πρωία η Μαρία, εμφανίστηκε στο πρωινό καφεδάκι μας με το βλέμμα χαμένο. Ήταν θαμπή στην όψη και εμφανώς κουρασμένη, μα με μια λάμψη παράξενη στο βλέμμα που την έκανε αλλιώτικη. Σαστίσαμε. Ήταν βεβαίως η ίδια Μαρία, μα κάτι καινούριο υπήρχε πάνω της. Κάτι διαφορετικό που δεν υπήρχε πριν.
Κοιταζόμασταν μεταξύ μας η μια με την άλλη, σκουντιόμασταν και προσπαθούσαμε να καταλάβουμε αν συμβαίνει κάτι. Τη ρωτήσαμε αν νιώθει καλά και μας απάντησε αφηρημένα πως είναι μια χαρά.

Στη συζήτηση δεν πολυέπαιρνε μέρος, πράγμα παράξενο για κείνη που πάντα είχε γνώμη για οτιδήποτε. Η αλήθεια είναι πως η γνώμη της πάντα μετρούσε για μας και ας τη λέγαμε μις αυθεντία κοροϊδευτικά πολλές φορές.

Στο μυαλό μας κάναμε διάφορα σενάρια για την παράξενη συμπεριφορά της, ανάμεσα βεβαίως στα καυτά θέματα που είχαμε να λύσουμε, κυρίως γκομενικά, ώσπου κάποια πέταξε χαμηλόφωνα μήπως κάποιο σοβαρό οικογενειακό ή οικονομικό πρόβλημα την ταλάνιζε. Σκεφτήκαμε ακόμα μήπως είναι άρρωστη, έτσι φαινόταν μερικές στιγμές λόγω της έξαψης που είχε στο βλέμμα.

Μετά απ’ τις ανυπόφορα πιεστικές ερωτήσεις όλων μας, τελικά υπέκυψε και έκανε τη βαρύγδουπη δήλωση.

Κορίτσια θέλω να φανείτε ψύχραιμες και να με κρίνετε με επιείκεια. Εγώ, ναι εγώ, είμαι φουλ ερωτευμένη!

Σοκ, δέος και βουβαμάρα γι’ αρκετά λεπτά.

Κοιταχτήκαμε μεταξύ μας και όλες μαζί με μια φωνή είπαμε: Ξέρασέ τα όλα. Όλα όμως Μαρία.

Ουφ, αναστέναξε μ’ ένα μειδίαμα, άναψε τσιγάρο, ξεφύσησε την πρώτη ρουφηξιά και ξεκίνησε να μιλάει χαμηλόφωνα.

Θα σας τα πω όλα. Μονάχα να μη με διακόψετε σας παρακαλώ. Στο τέλος θα λύσω κάθε σας απορία.

Όλες ξέρετε πως μόλις χθες το βράδυ επέστρεψα απ’ το Μιλάνο που ήμουν για δυο βδομάδες περίπου για τη  συγχώνευση της εταιρίας που εργάζομαι. Με καμιά σας δε μίλησα καθόλου στο τηλέφωνο γιατί σας είχα πει πριν φύγω ακόμα πως ήταν εξαιρετικά σημαντικό αυτό το ταξίδι για το επαγγελματικό μου μέλλον.

Όταν έφτασα στο Μιλάνο απ’ το αεροδρόμιο κατευθείαν πήγα στα γραφεία μας. Είχαμε το πρώτο ραντεβού με τους δικηγόρους των δυο εταιριών. Δυο τετράγωνα πριν φτάσω στον προορισμό μου, ζήτησα από τον ταξιτζή να μ’ αφήσει εκεί για να περπατήσω, να ξεμουδιάσω και να πάρω λίγο ιταλικό αέρα πριν πέσω με τα μούτρα στη δουλειά.

Φτάνοντας στην Piazza del Duomo κοντοστάθηκα σ’ ένα ανθοπωλείο. Χάζευα τα υπέροχα χρώματα και μύριζα τα μεθυστικά αρώματα των λουλουδιών σκεπτόμενη μήπως αγοράσω ένα μπουκέτο για το γραφείο μου εκεί.

Την ώρα που ετοιμαζόμουν να μπω μέσα στο μαγαζί, μύρισα ένα έντονο ανδρικό άρωμα και ενστικτωδώς έστρεψα το κεφάλι. Ένας γοητευτικότατος άνδρας, στην ηλικία μου περίπου, μου πρόσφερε ένα λευκό τριαντάφυλλο, λέγοντάς μου στα ιταλικά πως μου το προσφέρει γιατί είμαι όμορφη και πως το λευκό ταιριάζει πολύ στα μάτια μου.

Το πήρα, χαμογέλασα ευγενικά και συνέχισα το δρόμο μου ξεχνώντας το μπουκέτο που σκόπευα λίγο πριν ν’ αγοράσω. Αυτοί οι ιταλοί βρε παιδί μου, γεννημένοι για να κάνουν φλερτ είναι, σκέφτηκα. Ωραίος άνδρας, πολύ ωραίος μάλιστα, αλλά εγώ εκεί είχα πάει για δουλειά κι όχι για να φλερτάρω και να χαζολογάω. Ούτε να συστηθεί καλά – καλά δεν πρόλαβε ο χριστιανός. Ένα Τζόρτζιο πρόλαβα ν’ ακούσω μόνο απ’ τ’ όνομά του και τίποτα άλλο.
Όταν το σύμπαν όμως συνωμοτεί για να γίνει μια γνωριμία, όλα συνεργάζονται άψογα μεταξύ τους.
Δεν περίμενα πως θα τον ξαναέβλεπα ποτέ, αλλά τον ξαναείδα μόλις μια ώρα αργότερα. Δε θα μαντέψετε που. Στην αίθουσα συσκέψεων της εταιρίας. Ήταν ο αντίδικος δικηγόρος, υπεύθυνος της συγχώνευσης.
Περιττό να σας πω το σοκ που έπαθα κι εγώ, αλλά κι αυτός όταν ξαναβρεθήκαμε.

Με το ζόρι στάθηκα στο ύψος μου να φέρω εις πέρας το κομμάτι της δικής μου δουλειάς. Ήμουν και επιφορτισμένη με κατ’ ιδίαν συναντήσεις μαζί του και μου ήταν πολύ δύσκολο να κρατήσω τις σκέψεις μου μονάχα σε επαγγελματικό επίπεδο.
Ο Τζόρτζιο θεώρησε σημάδι από τη μοίρα την αναπάντεχη γνωριμία μας. Μου το ‘πε το ίδιο βράδυ, ανάμεσα στα βαρετούς νομικούς όρους που διαπραγματευόμασταν.

Από κείνη τη στιγμή νομίζω πως η μοίρα αποφάσισε για μένα. Όλα έγιναν τόσο γρήγορα, τόσο ξαφνικά που ούτε και γω καλά – καλά πιστεύω αυτά που σας λέω.

Ξέρω πως ακούγεται σαν παραμύθι όλο αυτό που έζησα βρε κορίτσια. Έτυχε το παραμύθι σε ποια, σε μένα! Σε μένα που κορόιδευα τους έρωτες. Σε μένα που ήμουν τόσο περήφανη για την αυτοκυριαρχία, την ψυχραιμία και τον ορθολογισμό μου. Τελικά έζησα και ζω όλα όσα έχω κοροϊδέψει σε σας.

Μέχρι την τρίτη μέρα κατάφερα ν’ αντιστέκομαι και ν’ αρνούμαι κάθε πρόσκληση που δεν αφορούσε επαγγελματικούς λόγους.
Την τέταρτη μέρα που δε χρειαζόταν να παραβρεθώ σε καμία συνάντηση και όλως τυχαίως ούτε ο Τζόρτζιο, δέχτηκα να πάμε το πρωί ένα περίπατο στο καταπράσινο, πανέμορφο πάρκο, το Sempione, το απόγευμα να πιούμε καφέ στο Porta Nuova και το βράδυ να δειπνήσουμε στο φημισμένο Ristorante il Delfino.

Πώς βρέθηκα παντρεμένη την επόμενη βδομάδα στη Βενετία, στο ναό του San Giorgio dei Greci, ούτε που το κατάλαβα.

Την επόμενη μέρα παραιτήθηκα από τη δουλειά μου και χθες το βράδυ επιστρέψαμε στην Ελλάδα μαζί με το Τζόρτζιο για να κάνουμε εδώ το μήνα του μέλιτος.

Ουφ, αυτά. Σας τα είπα όλα. Τώρα ρωτήστε με ό,τι θέλετε.

Όλη την ώρα της αφήγησης της Μαρίας δεν ακούστηκε ούτε ήχος απ΄τα χείλη μας. Όλες την ακούγαμε με το στόμα ορθάνοιχτο απ’ την έκπληξη. Η σοβαρότητα και η ευτυχία στο πρόσωπο της φίλης μας διαβεβαίωνε την αλήθεια της ιστορίας της.

Μετά από μια παύση δευτερολέπτων, όλες ταυτόχρονα ξεκίνησαν να τη βομβαρδίζουν μ’ ερωτήσεις.

Εγώ μόνο στεκόμουν αμίλητη και τις κοιτούσα. Σκεφτόμουν πόσα ποτέ και πόσα δεν είχα πει ως τώρα στη ζωή μου και χαμογελούσα.

Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μη λες, θυμήθηκα τα λόγια του αγαπημένου μου παππού. Πόση αλήθεια έχουν οι λαϊκές ρήσεις σκέφτηκα και συνέχισα να χαμογελώ χαρούμενη για την ευτυχία της φίλης μου.


Μαρία Φουσταλιεράκη 20-10-2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας...