Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

ΒΑΦΤΗΚΑ ΜΕ ΠΟΛΛΑ ΧΡΩΜΑΤΑ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΣΕ ΣΥΝΑΝΤΗΣΩ


Βάφτηκα με πολλά χρώματα μέχρι να σε συναντήσω αγάπη μου.
Κολυμπούσα χρόνια αντίθετα στο ρεύμα που προσπαθούσε να μ' αλλάξει πορεία. Λύγιζα κάποιες στιγμές, τ' ομολογώ.
Άλλες πάλι φοβόμουν πως δε γεννήθηκα αρκετά γενναία.
Ήθελα να φτιάξω με πηλό και νερό την ίδια μου τη ζωή και μετά να της βάλω τα χρώματα που μ' αρέσουν.
                         
Από τα χρώματα, το λευκό μ' αρέσει πολύ. Μου θυμίζει τη μάνα που όταν άπλωνε τ' ασπρόρουχα, σκούπιζε αποκαμωμένη με την ανάστροφη του χεριού της τον  ιδρώτα απ’ το μέτωπο και μετά καμάρωνε τη λευκότητά τους.

Μ' αρέσει όμως πολύ και το μαύρο. Το πένθιμο μαύρο, εκείνο το ηρωικό που μου θυμίζει πως ο πατέρας έφυγε νωρίς.

Το ροζ πολύ το αγαπώ γιατί αρέσει στο κοριτσάκι που ζει μέσα μου.
Μου το ζητά με τέτοιο νάζι και τσαχπινιά που δε μπορώ χατίρι εύκολα να του χαλάσω.

Στο κίτρινο είχα από πάντα αδυναμία. Κίτρινο ήταν θυμάμαι ένα αγαπημένο παιχνίδι, όταν ήμουν μικρή.  Τότε που έπαιζα συνέχεια μόνη με τα χώματα.
Μια κίτρινη μπετονιέρα γέμιζα με λάσπες που έφτιαχνα και κατασκεύαζα το σπίτι των ονείρων μου και ας μην ήξερα σ’ εκείνη την ηλικία πως τα σπίτια φτιάχνονται μ’ αγάπη πρώτα και μετά με λάσπη.
Μ’ αγάπη όμως ανακάτευα το χώμα και ας λέρωνα το καλό μου φόρεμα και τα ξυπόλητα πόδια μου.

Το πράσινο πάντα θα μου θυμίζει ένα νεογέννητο βατραχάκι που βρήκα κάποτε στις μοναχικές εφηβικές εξερευνήσεις.
Από περιέργεια και σεβασμό γι’ αυτή τη νέα ζωή απαλά θυμάμαι πως το πήρα στην παλάμη μου και το καλωσόρισα μ’ ένα τρυφερό φιλί.
Σ’ εκείνη την ηλικία τα φιλιά ακόμα δε μεταμόρφωναν τα βατράχια σε πρίγκιπες. Ήταν απαλό και γλιστερό, θυμάμαι, κάπως αηδιαστικό στην αφή, μα τόσο χαριτωμένο και ανυπεράσπιστο.

Το κόκκινο ακόμα δεν έχω αποφασίσει αν μ’ αρέσει.
Δεν έχω και πολύ καλή γνώμη.
Κόκκινο ήταν πάντα το κρασί που έπινε ο παππούς μου και δε μ’ άφηνε να δοκιμάσω όσο και να τον παρακαλούσα.
Όταν λερωνόταν τα μουστάκια του με κρασί και γινόταν κόκκινα τα φοβόμουν πολύ.

Μου έμοιαζαν ματωμένα.
Σκεφτόμουν πως κάπως έτσι πρέπει να ήταν τα μουστάκια του μπαμπούλα που έτρωγε τα παιδάκια που ξεμάκραιναν νυχτιάτικα απ’ το σπίτι τους.
Έτσι μου ‘λεγαν τότε οι μεγάλοι και εγώ γοητευμένη και τρομαγμένη μαζί, παραφυλούσα ολόκληρα βράδια πίσω απ’ το παράθυρο μήπως δω κανένα απερίσκεπτο παιδάκι για να το προειδοποιήσω.
Να γίνει υπάκουο και καλό σαν εμένα και να γυρνά τρέχοντας στο σπίτι του μόλις νυχτώνει.

Αγάπη μου, είδες από πόσα πολλά χρώματα πέρασα μέχρι να συναντηθούμε; Εσένα το δικό σου χρώμα είναι το διαφανές, το ξέρεις;
Γιατί είσαι άχρωμος.
Όχι επειδή δεν έχεις χρώματα μέσα σου.
Μα επειδή όλα τα χρώματα τα’ χεις και το ένα χάνεται μέσα στο άλλο.
Ένα με το δέρμα σου έχει γίνει όλη η παλέτα των χρωμάτων.
Γι’ αυτό και μετατράπηκαν σ’ ένα λαμπερό μα αόρατο.
Αυτή η λάμψη σου με τράβηξε από την πρώτη στιγμή.

Το δικό μου ποιο είναι; Δεν ξέρω, ειλικρινά. Ίσως το πορτοκαλί ή το πράσινο που λένε πως συμβολίζει την ελπίδα, το μέλλον, την αιωνιότητα. Μπορεί όμως και όχι. Πάντα κόντρα στο ρεύμα πήγαινα και με φώναζαν αντισυμβατική.
Το πιο πιθανό είναι να ‘χω δημιουργήσει ένα καινούριο κατάδικό μου χρώμα. Κάποιο που ταιριάζει μόνο σε μένα.
Αν υπάρχει θα είναι σίγουρα το δικό σου συμπληρωματικό αγάπη μου.


Μαρία Φουσταλιεράκη 21-7-2016

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας...